Anonymous

βούτυρον: Difference between revisions

From LSJ
6_21
(c2)
(6_21)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0460.png Seite 460]] (nach Plin. H. N. 28, 9 scythisch), τό, Butter, Medic. Bei Plut. adv. Col. 4 eine Salbe.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0460.png Seite 460]] (nach Plin. H. N. 28, 9 scythisch), τό, Butter, Medic. Bei Plut. adv. Col. 4 eine Salbe.
}}
{{ls
|lstext='''βούτῡρον''': τό, ([[βοῦς]], [[τυρός]]), τὸ [[πῖον]] τοῦ γάλακτος Ἱππ. 508. 46, πρβλ. Ἀριστ. Ἀποσπ. 593· παρὰ Γαλην. [[ὡσαύτως]] βούτῡρος, ὁ. Ἐκ τοῦ Πλιν. 11. 96., 28. 46, φαίνεται ὅτι ἡ [[χρῆσις]] τοῦ βουτύρου ὡς στοιχείου τροφῆς παρελήφθη ἐκ τῶν βορείων λαῶν. ΙΙ. τὸ ἄρσεν. σημαίνει και εἶδός τι φυτοῦ, Ἀθήν. 395, Ἡσύχ.
}}
}}