3,274,921
edits
(13_6a) |
(6_17) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0384.png Seite 384]] 1) unvollendet, d. i. a) ohne Erfolg, neben ἁλίη, [[ὁδός]] Od. 2, 273; [[πόνος]] Il. 4, 57; μὰψ [[αὔτως]], ἀτέλεστον, [[σῖτον]] ἔδοντας Od. 16, 111, immerfort. – b) unausgeführt, Od. 8, 571. 18, 345; ἀτέλεστα λαλεῖν, vergebens, Strat. 16 (XII, 21). – c) was nicht ausgeführt werden darf, neben ἀθέμιτα Antiph. 1, 22. – 2) nicht eingeweiht, βακχευμάτων Eur. Bacch. 40; neben [[ἀμύητος]], ohne höhere Bildung, Plat. Phaed. 69 c; τῶν ἱερῶν καὶ μυστηρίων Plut. Flam. 2; τῷ θεῷ Ael. V. H. 3, 9. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0384.png Seite 384]] 1) unvollendet, d. i. a) ohne Erfolg, neben ἁλίη, [[ὁδός]] Od. 2, 273; [[πόνος]] Il. 4, 57; μὰψ [[αὔτως]], ἀτέλεστον, [[σῖτον]] ἔδοντας Od. 16, 111, immerfort. – b) unausgeführt, Od. 8, 571. 18, 345; ἀτέλεστα λαλεῖν, vergebens, Strat. 16 (XII, 21). – c) was nicht ausgeführt werden darf, neben ἀθέμιτα Antiph. 1, 22. – 2) nicht eingeweiht, βακχευμάτων Eur. Bacch. 40; neben [[ἀμύητος]], ohne höhere Bildung, Plat. Phaed. 69 c; τῶν ἱερῶν καὶ μυστηρίων Plut. Flam. 2; τῷ θεῷ Ael. V. H. 3, 9. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀτέλεστος''': -ον, ὁ [[ἄνευ]] τέλους ἢ ἀποτελέσματος, ἄσκοπος, [[ἀνεκπλήρωτος]], [[ἀκατόρθωτος]], ὁ μὴ μέλλων νὰ ἐκτελεσθῆ, ἅλιον [[θεῖναι]] πόνον ἠδ’ ἀτέλεστον, «ἀπλήρωτον» (Σχόλ.), Ἰλ. Δ. 26, πρβλ. 57, 168, Ὀδ. Β. 273· μὰψ [[αὔτως]] ἀτέλεστον Ὀδ. Π. 111 ([[ἔνθα]] [[ἴσως]] [[εἶναι]] ὡς ἐπιρρ.)· τά δε κεν θεὸς ἢ τελέσειεν, ἢ κ’ ἀτέλεστ’ εἴη Θ. 571· σπάνιον παρὰ πεζοῖς, Ἀντιφῶν 113, 39: - ἀτέλεστα ὡς ἐπίρρ., [[μάτην]], λαλεῖν Ἀνθ. Π. 12. 21. ΙΙ. ὁ μὴ μεμυημένος, ὁ μὴ μυσταγωγηθείς, [[μετὰ]] γεν., ἀτέλεστον οὖσαν τῶν ἐμῶν βακχευμάτων Εὐρ. Βάκχ. 40· ἀπολ., ὃς ἂν [[ἀμύητος]] καὶ [[ἀτέλεστος]] εἰς ᾅδου ἀφίκηται, ἐν βορβώρῳ κείσεται Πλάτ. Φαίδων 69C, πρβλ. Ἀριστ. Ρητ. 3. 18, 1· ἀτ. τῷ Θεῷ Αἰλ. Π. Ἱστ. 3. 9: - [[ἐντεῦθεν]] παρ’ Ἐκκλ. [[ἀβάπτιστος]], Γρηγ. Ναζ. 658. ΙΙΙ, Δημ. 1461. 16, ἴδε Reisk. ἐν τόπῳ. | |||
}} | }} |