3,277,300
edits
(13_1) |
(6_15) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0960.png Seite 960]] mit dem Stocke schlagend, wie man für das Vorige bei Ar. lesen will. Nach Poll. 7, 136 = [[ὀρτυγοκόπος]]. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0960.png Seite 960]] mit dem Stocke schlagend, wie man für das Vorige bei Ar. lesen will. Nach Poll. 7, 136 = [[ὀρτυγοκόπος]]. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''στῠφοκόπος''': -ον, ([[στύπος]], [[κόπτω]]) ὁ κτυπῶν διὰ ξύλου· κεῖται ὡς τὸ [[ὀρτυγοκόπος]], ἐπὶ τῆς ἀγαπητῆς τοῖς Ἀθηναίοις παιδιᾶς, ἥτις ἐκαλεῖτο ὀρτυγοκοπία, ἐν ᾗ ἔθετον ὄρτυγας ἐντὸς κύκλου τινὸς καὶ προσεπάθουν μὲ ξυλάρια νὰ τύψωσιν αὐτὰς κατὰ τὴν κεφαλήν· ἄν τις τῶν ὀρτύγων ἀπέφευγε τὸ [[κτύπημα]] καὶ ἐξήρχετο τοῦ κύκλου, ὁ ἐπιχειρήσας νὰ τύψῃ ἐθεωρεῖτο ἡττημένος, Ἀριστοφ. Ὄρν. 1299 (τὰ Ἀντίγραφα καὶ ὁ Σχολ. στυφοκόμπου, ἀλλὰ πρβλ. [[ὀρτυγοκόπος]] καὶ ἴδε Brunck. ἐν τόπῳ). | |||
}} | }} |