Anonymous

εὐεπιχείρητος: Difference between revisions

From LSJ
6_18
(13_3)
(6_18)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1065.png Seite 1065]] leicht anzufassen, zu unternehmen, Sp.; εὐεπιχειρητοτέρα ἡ [[θέσις]], im rhetorischen Sinne, Arist. top. 2, 4; – leicht angreifend, D. L. 4, 30.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1065.png Seite 1065]] leicht anzufassen, zu unternehmen, Sp.; εὐεπιχειρητοτέρα ἡ [[θέσις]], im rhetorischen Sinne, Arist. top. 2, 4; – leicht angreifend, D. L. 4, 30.
}}
{{ls
|lstext='''εὐεπιχείρητος''': -ον, ὃν εὐκόλως δύναται νὰ προσβάλῃ τις, εὐπρόσβλητος, [[Πολυδ]]. Α΄. 172. 2) εὐκόλως ἐπιχειρούμενος ἢ ἀποδεικνυόμενος, [[πρόβλημα]] Ἀριστ. Ἀναλυτ. Πρότ. 1. 26, 1, πρβλ.. Τοπ. 2. 4, 1. ΙΙ. ὁ ἑτοίμως ἐπιχειρῶν τι, Διογ. Λ. 4. 30: - Ἐπίρρ. -τως, Ἱεροκλ. εἰς Πυθαγ. σ. 97.
}}
}}