Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀναθεματίζω: Difference between revisions

From LSJ
6_5
(b)
(6_5)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0188.png Seite 188]] zum [[ἀνάθεμα]] machen, verfluchen, K. S.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0188.png Seite 188]] zum [[ἀνάθεμα]] machen, verfluchen, K. S.
}}
{{ls
|lstext='''ἀναθεμᾰτίζω''': ἀφιερῶ τι ὡς [[ἀνάθημα]], Ἑβδ. (Ἀριθμ. κα΄, 2, 3,) 2) [[ἀναθεματίζω]], [[παραδίδω]] εἰς τὸ [[ἀνάθεμα]], Ἑβδ. (Ἰησ. Ναυ. ϛ΄, 20, Μακκ. Α. ε΄ , 5.) «ἀναθέματι ἀναθετιεῖται αὐτήν», Δευτ. ιγ΄, 15· - ἀλλ’: «ἀναθέματι ἀναθεματίσαμεν ἑαυτούς», συνεδέθημεν δι’ ἀναθεματισμῶν, συνωμόσαμεν διὰ φοβερῶν ὄρκων καὶ ἀρῶν νὰ πράξωμέν τι, Πράξ. Ἀποστ. κγ΄, 14: - Παθ., εἶμαι ἀφιερωμένος, «πᾶν ἀνατεθεματισμένον ἐν υἱοῖς Ἰσραὴλ σοὶ ἔσται», Ἑβδ. (Ἀριθ. ιη΄, 14). 3) [[ἀποχωρίζω]] τῆς κοινωνίας, [[ἀφορίζω]], Συλλ. Ἐπιγρ. 8953, -55, -59, καὶ ἀλλ. ΙΙ. ἀμετ., καταρῶμαι, βλασφημῶ, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ιδ΄, 71.
}}
}}