3,274,915
edits
(13_6b) |
(6_6) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1226.png Seite 1226]] (s. [[ὄμνυμι]]), dazu schwören, Soph. frg. 313. – Gew. med. ὑπόμνυμαι, vorher schwören, Dem. 39, 37; unter eidlicher Versicherung eines wichtigen Hindernisses Aufschub des gerichtlichen Termins suchen, Xen. Hell. 1, 7,38; übh. sich wegen des Ausbleibens entschuldigen, ὑπωμόσατό τις τὸν Δημοσθένη ὡς νοσοῦντα, Einer entschuldigte den Demosthenes als krank und bat deshalb um Aufschub des Termins, Dem. 58, 43; neben παραγράφομαι 47, 39; ὑπωμοσάμεθα τουτονὶ [[δημοσίᾳ]] ἀπεῖναι στρατευόμενον 48, 25, worauf folgt ὑπωμοθέντος δὲ τούτου ἀνθυπωμόσαντο οἱ ἀντίδικοι, als für ihn der Entschuldigungseid geleistet war. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1226.png Seite 1226]] (s. [[ὄμνυμι]]), dazu schwören, Soph. frg. 313. – Gew. med. ὑπόμνυμαι, vorher schwören, Dem. 39, 37; unter eidlicher Versicherung eines wichtigen Hindernisses Aufschub des gerichtlichen Termins suchen, Xen. Hell. 1, 7,38; übh. sich wegen des Ausbleibens entschuldigen, ὑπωμόσατό τις τὸν Δημοσθένη ὡς νοσοῦντα, Einer entschuldigte den Demosthenes als krank und bat deshalb um Aufschub des Termins, Dem. 58, 43; neben παραγράφομαι 47, 39; ὑπωμοσάμεθα τουτονὶ [[δημοσίᾳ]] ἀπεῖναι στρατευόμενον 48, 25, worauf folgt ὑπωμοθέντος δὲ τούτου ἀνθυπωμόσαντο οἱ ἀντίδικοι, als für ihn der Entschuldigungseid geleistet war. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ὑπόμνυμι''': ἐπιβεβαιῶ δι’ ὅρκου, ἦ φῂς ὑπομνὺς ἀνθυπουργῆσαι [[χάριν]]; Σοφ. Ἀπομν. 313. ΙΙ. Μέσ. ὑπόμνῠμαι, μέλλ. ὑπομοῦμαι· - ὡς Ἀττ. δικανικὸς ὅρος, ὀμνύω (ἢ ἐξουσιοδοτῶ ἄλλον νὰ ὀμόσῃ) ὅτι σπουδαῖόν τι [[κώλυμα]] ὑπάρχει, δι’ ὃ κωλύεταί τις νὰ παρουσιασθῇ εἰς τὸ [[δικαστήριον]] κατὰ τὸν προσήκοντα χρόνον καὶ ἀναγκάζεται οὕτω νὰ ζητήσῃ ἀναβολὴν τῆς δίκης, Δημ. 1151. 2, κλπ.· ὑπ. τινα ἀπεῖναι [[δημοσίᾳ]] στρατευόμενον ὁ αὐτ. 1174. 6· ὑπωμόσατό τις τὸν Δημοσθένη ὡς νοσοῦντα, προσῆλθέ τις ζητῶν παράτασιν τῆς προθεσμίας [[ὑπὲρ]] τοῦ Δημοσθένους, περὶ οὗ ἐνόρκως διεβεβαίωσεν ὅτι ἐνόσει, ὁ αὐτ. 1336. 10· [[ἐντεῦθεν]] κωμικῶς, ὑπώμνυτο ὁ μὲν [[οἶνος]] [[ὄξος]] αὐτὸς [[εἶναι]] γνήσιον, τὸ δ’ [[ὄξος]] [[οἶνον]] αὑτὸ [[μᾶλλον]] θατέρου Εὔβουλος ἐν «Μυλωθρίδι» 1. - Παθ., ὑπομοσθέντος τούτου, γενομένης ταύτης τῆς ἐνόρκου βεβαιώσεως, Δημ. 1174. 8· ὑπομοσθείσης ταύτης τῆς γραφῆς Ὑπερείδ. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Πλοῦτ. 725. 2) [[παρεμποδίζω]] δι’ ἐνόρκου διαβεβαιώσεως τὴν ἐκδίκασιν, γραφῆς παρανόμων Ξεν. Ἑλλ. 1. 7, 34· ἴδε [[ὑπωμοσία]] 2. | |||
}} | }} |