3,276,932
edits
(13_3) |
(6_13b) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0873.png Seite 873]] vollständig machen, vollenden, Sp.; bes. pass., ἐξήρτιστο, er hatte sich versehen, ausgerüstet, Luc. V. H. 1, 33; ἐξηρτισμένος [[πρός]] τι, bes. auch πλοῖα, ausgerüstet, befrachtet. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0873.png Seite 873]] vollständig machen, vollenden, Sp.; bes. pass., ἐξήρτιστο, er hatte sich versehen, ausgerüstet, Luc. V. H. 1, 33; ἐξηρτισμένος [[πρός]] τι, bes. auch πλοῖα, ausgerüstet, befrachtet. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐξαρτίζω''': μέλλ. Ἀττ. -ῐῶ: - συμπληρῶ, τελειώνω, ὅτε δὲ ἐγένετο ἡμᾶς ἐξαρτῆσαι τὰς ἡμέρας Πράξεις Ἀποστ. κα΄, 5. ΙΙ. τελειώνω [[οἰκοδόμημα]], Συλλ. Ἐπιγρ. 2208· ἐξ. πλοῖα, παρασκευάζειν [[προσηκόντως]], ἐφοπλίζειν, Ἀρρ. Περίπλους Ἐρυθρ. Θαλάσσ. σ. 11. - Παθ., εἶμαι ἐντελῶς παρεσκευασμένος, ἕτοιμος, [[σῖτος]] [[αὐτόθι]] σ. 8· πρὸς πᾶν [[ἔργον]] ἀγαθὸν ἐξηρτισμένος πρὸς Τιμόθ. Β΄, Ἐπιστ. γ΄, 17: - Μέσ., προμηθεύομαί τι, ἐφοδιάζομαι μέ τι, καὶ τὰ ἄλλα ἐξήρτιστο Λουκ. π. Ἀληθ. Ἱστ. Α, 33. | |||
}} | }} |