3,277,719
edits
mNo edit summary |
(6_13a) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1072.png Seite 1072]] (kürzere Form für [[ταριχεύω]]), feierlich bestatten, begraben; νέκυν, Il. 7, 85; ἓ ταρχύσουσι τύμβῳ τε στήλῃ τε, 16, 456. 674; sp. D., wie Antiphil. (VII, 176), Ap. Rh. 2, 838, χθονὶ θηλυτέρας 3, 208, auch med., 4, 1500. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1072.png Seite 1072]] (kürzere Form für [[ταριχεύω]]), feierlich bestatten, begraben; νέκυν, Il. 7, 85; ἓ ταρχύσουσι τύμβῳ τε στήλῃ τε, 16, 456. 674; sp. D., wie Antiphil. (VII, 176), Ap. Rh. 2, 838, χθονὶ θηλυτέρας 3, 208, auch med., 4, 1500. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ταρχύω''': μέλλ. -ύσω Ἰλ.: Ἐπικ. ἀόρ. τάρχῡσα Κόϊντ. Σμ. 1. 801, κλπ. - Μέσ., ἀόρ. ἐταρχῡσάμην Νόνν. Δ. 37. 96, Ἐπικ. ταρχ· Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 83. - Παθητ., Ἐπικ. ἀόρ. ταρχύθην [ῡ] Ἀνθ. Π. 7. 176, Λυκόφρ.· πρκμ. τετάρχῡμαι Welcker Syll. σ. 69. Θάπτω ἢ [[κηδεύω]] σεμνοπρεπῶς, [[ὄφρα]] ἓ ταρχύσωσι Ἰλ. Η. 85· ἓ ταρχύσουσι τύμβῳ τε στήλῃ τε Π. 456, 674· - μεταφορ., τ. [[οὔνομα]] Ἀνθ. Π. 7. 537. (Ἐντεῦθεν [[ἀτάρχυτος]] ὁ Ἡσύχ. ἔχει καὶ τάρχη = [[τάραξις]]· ταρχάνιον = ἐντάφιον· τάρχανον = [[πένθος]], [[κῆδος]]· ἀλλὰ τὸ [[ταρχύω]] φαίνεται [[τύπος]] συντομώτερος τοῦ [[ταριχεύω]], ὡς ταρχηρὸς ἀντὶ [[ταριχηρός]]). [ῡ ἐν ἅπασι τοῖς χρόνοις, Ἰλ. ἔνθ’ ἀνωτ., Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 838, Γ. 208]. | |||
}} | }} |