Anonymous

νόσφι: Difference between revisions

From LSJ
2,872 bytes added ,  5 August 2017
6_20
(13_7_2)
(6_20)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0265.png Seite 265]] vor Vocalen oder um Position zu machen νόσφιν, doch wird ι auch elidirt, Il. 20, 7; <b class="b2">fern, entfernt, getrennt</b>; vom Orte, ὅτε που σύ γε [[νόσφι]] γένηαι, d. i. in deiner Abwesenheit, Od. 10, 486; auch beiseit, ins Geheim, im Verborgenen, νόσφιν ἀειράσας, ὡς μὴ [[Πρίαμος]] [[ἴδοι]] [[υἱόν]], Il. 24, 583, vgl. 17, 408; αὐτὰρ ὁ [[νόσφι]] ἰδὼν ἀπομόρξατο [[δάκρυ]], seitwärts sehend, Od. 17, 304; häufig mit ἀπό verbunden, νόσφιν ἀπ' ἄλλων, Il. 15, 244, vgl. 5, 322; Hes. Th. 57; auch [[ἀπονόσφι]] in ein Wort geschrieben, s. oben; νόσφιν [[ἄτερ]] τινός, Sc. 15; νόσφιν ἤ, außer daß, Theocr. 25, 197; – c. gen. en tse <b class="b2">rntvou, wegoon</b>; νόσφιν δεσποίνης καὶ Λαέρταο γέροντος, Od. 14, 9; [[νόσφι]] νεῶν, Il. 23, 365, von den Schiffen abwärts; [[νόσφι]] πόληος; auch νόσφιν Ἀχαιῶν βουλεύειν, getrennt von den Achäern, anders als die Achäer denken, 2, 347; <b class="b2">außer</b>, θεοὶ δ' ἐλέαιρον ἅπαντες, [[νόσφι]] Ποσειδάωνος, Od. 1, 20; Il. 20, 7; Hes. Th. 870; allein, <b class="b2">ohne</b>, νόσφιν ἡγητῶν, Aesch. Suppl. 263; einzeln bei sp. D., [[νόσφι]] μὲν – [[νόσφι]] δέ, Coluth. 105; οὐκ εἰπεῖν ἐστί τι [[νόσφι]] πόθων, Alpheus 1 (XII, 18).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0265.png Seite 265]] vor Vocalen oder um Position zu machen νόσφιν, doch wird ι auch elidirt, Il. 20, 7; <b class="b2">fern, entfernt, getrennt</b>; vom Orte, ὅτε που σύ γε [[νόσφι]] γένηαι, d. i. in deiner Abwesenheit, Od. 10, 486; auch beiseit, ins Geheim, im Verborgenen, νόσφιν ἀειράσας, ὡς μὴ [[Πρίαμος]] [[ἴδοι]] [[υἱόν]], Il. 24, 583, vgl. 17, 408; αὐτὰρ ὁ [[νόσφι]] ἰδὼν ἀπομόρξατο [[δάκρυ]], seitwärts sehend, Od. 17, 304; häufig mit ἀπό verbunden, νόσφιν ἀπ' ἄλλων, Il. 15, 244, vgl. 5, 322; Hes. Th. 57; auch [[ἀπονόσφι]] in ein Wort geschrieben, s. oben; νόσφιν [[ἄτερ]] τινός, Sc. 15; νόσφιν ἤ, außer daß, Theocr. 25, 197; – c. gen. en tse <b class="b2">rntvou, wegoon</b>; νόσφιν δεσποίνης καὶ Λαέρταο γέροντος, Od. 14, 9; [[νόσφι]] νεῶν, Il. 23, 365, von den Schiffen abwärts; [[νόσφι]] πόληος; auch νόσφιν Ἀχαιῶν βουλεύειν, getrennt von den Achäern, anders als die Achäer denken, 2, 347; <b class="b2">außer</b>, θεοὶ δ' ἐλέαιρον ἅπαντες, [[νόσφι]] Ποσειδάωνος, Od. 1, 20; Il. 20, 7; Hes. Th. 870; allein, <b class="b2">ohne</b>, νόσφιν ἡγητῶν, Aesch. Suppl. 263; einzeln bei sp. D., [[νόσφι]] μὲν – [[νόσφι]] δέ, Coluth. 105; οὐκ εἰπεῖν ἐστί τι [[νόσφι]] πόθων, Alpheus 1 (XII, 18).
}}
{{ls
|lstext='''νόσφῐ''': πρὸ φωνήεντος ἢ [[χάριν]] τοῦ μέτρου, -φῐν, ἂν καὶ τὸ ι δυνατὸν καὶ οὕτω νὰ πάθῃ ἔκθλιψιν ὡς: νόσφ’ ὠκεανοῖο Ἰλ. Υ. 2. Ι. ὡς ἐπίρρ. τόπου, [[μακράν]], [[χωρίς]], εἰς ἀπόστασιν, Ὅμ.· [[ἐντεῦθεν]] [[ὡσαύτως]], κατὰ [[μέρος]], κρυφίως, [[λάθρα]], νόσφιν ἀκούων Ἰλ. Ρ. 408· νόσφιν ἀείρας Ω. 583· ν. ἰδών, πλαγίως ἰδών, Ὀδ. Ρ. 304· νόσφιν ἀπὸ …, [[μακράν]], «χωριστά», Ἰλ. Ε. 322., Ο. 244, Ἡσ. Θ. 57· ([[ὡσαύτως]] [[ἀπονόσφι]], ὃ ἴδε)· νόσφιν ἄτερ ..., ὁ αὐτ. ἐν Ἀσπ. Ἡρ. 15· νόσφιν ἢ …, ὡς τὸ πλὴν ἢ ..., ἐκτός, [[πλήν]], Θεόκρ. 25. 197. ΙΙ. ὡς πρόθ., μακρὰν ἀπὸ ..., συχνὸν παρ’ Ὁμ. καὶ Ἡσ. 2) [[χωρίς]], [[ἄνευ]], ἐγκαταλελειμμένος ὑπό τινος, ἀβοήθητος, Ὅμ., ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ προσώπων· οὕτω, ν. ἡγητῶν Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 239· [[ὡσαύτως]], νόσφιν ἄτερ τε κακῶν καὶ ἄτερ ... πόνοιο Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 91· νόσφιν ἄτερ τε πόνων καὶ ὀϊζύος (ὁ Brunck προὔτεινεν ἄτερθε) [[αὐτόθι]] 113. 2) ἐπὶ σκέψεως ἢ διαθέσεως, νόσφιν Ἀχαιῶν βουλεύειν, χωριστὰ ἀπὸ τῶν Ἀχαιῶν, δηλ. κατὰ τρόπον τοῦ σκέπτεσθαι διάφορον ἀπ’ αὐτῶν, Ἰλ. Β. 317· οὕτω, ν. Δήμητρος, Λατ. clam Cerere, [[ἄνευ]] τῆς γνώσεως καὶ συναινέσεως αὐτῆς, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 4· νόσφιν ἐμεῖο [[αὐτόθι]] 72. 4) [[πλήν]], ἐκτός, [[νόσφι]] Ποσειδάωνος Ὀδ. Α. 20· νόσφ’ Ὠκεανοῖο Ἰλ. Υ. 7· οὕτω καὶ Ἡσ. Θ. 870. - Ἐπ. λέξ. ἐν χρήσει [[ἅπαξ]] παρ’ Αἰσχύλ., [[οὐδέποτε]] δὲ παρὰ Σοφ. ἢ Εὐρ. Πρβλ. [[χωρίς]]. - Καθ’ Ἡσύχ.: νόσφιν· χωρὶς [[ἄνευ]]. [[λάθρα]]. [[δίχα]]. ἐκτὸς. [[μακράν]]». (Ἡ [[κατάληξις]] ὑπομιμνήσκει τὴν τῆς γενικῆς ἢ δοτ. κατάληξιν -φι· καὶ ὁ Κούρτ. θεωρεῖ τὸ νοσ ὡς = νοτ ἢ νωτ, [[ὥστε]] νόσφι θὰ ἐσήμαινε κατ’ ἀρχάς, [[ὀπίσω]], [[ὄπισθεν]] καὶ [[νοσφίζομαι]] [[στρέφω]] τὰ νῶτά μου.)
}}
}}