Anonymous

περισσωματικός: Difference between revisions

From LSJ
6_14
(c2)
(6_14)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0593.png Seite 593]] att. -ττωματικός, zum Koth oder Harn, übh. zur Unreinigkeit gehörig, Arist. u. Sp., wie Plut.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0593.png Seite 593]] att. -ττωματικός, zum Koth oder Harn, übh. zur Unreinigkeit gehörig, Arist. u. Sp., wie Plut.
}}
{{ls
|lstext='''περισσωματικός''': μεταγεν. Ἀττ. περιττωματικός, ή, όν, ὁ ἔχων τὴν φύσιν τῶν περιττωμάτων, ἢ ἀνήκων εἰς αὐτά, ὁ τῶν περιττωμάτων, δι’ οὗ ποιεῖται τὴν ἀπόκρισιν ἢ τὴν σπερματικὴν ἢ τὴν περιττωματικήν, τὴν τῶν περιττωμάτων, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 5, 55· π. [[ὄργανον]], πρὸς ἔκκρισιν, ὁ αὐτ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 6, 5, κτλ. 2) ἐπὶ προσώπων, ὁ ἔχων ἄφθονα περιττώματα, [[αὐτόθι]] 7. 4, 3, Πρβλ. 3. 15 κ. ἀλλ. ― Ἐπίρρ. -κῶς, Γρηγ. Νύσσ. τ. 1, σ. 799C.
}}
}}