Anonymous

ὑπότρομος: Difference between revisions

From LSJ
6_16
(c1)
(6_16)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1237.png Seite 1237]] ein wenig zitternd, furchtsam; Aesch. 3, 159; Luc. D. D. 19, 1.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1237.png Seite 1237]] ein wenig zitternd, furchtsam; Aesch. 3, 159; Luc. D. D. 19, 1.
}}
{{ls
|lstext='''ὑπότρομος''': -ον, [[περιδεής]], [[περίφοβος]], τρέμων πως ἐκ φόβου, ἢ [[ἁπλῶς]] ὁ τρέμων ὀλίγον, Αἰσχίν. 76. 18, Πλούτ. 2. 435Β, Λουκ. Θεῶν Διάλ. 19. 1. ― Ἐν. Ἀριστοφ. Ἀχ. 683 τό: τονθορύζοντες ὁ Σχολ. ἑρμηνεύει: «ὑπότρομοι τὰ χείλη κινοῦντες», ἐν δὲ Καλλ. Ὕμν. εἰς Δῆλον 79 τὸ ὑποδινηθεῖσα ὁ Σχολ. ἑρμηνεύει: «[[ὑπότρομος]] γενόμενη».
}}
}}