Anonymous

ἀναφαίνω: Difference between revisions

From LSJ
6_20
(13_7_2)
(6_20)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0212.png Seite 212]] aufleuchten oder auflodern lassen, Od. 18, 310; gew. übtr., an den Tag bringen, offenbaren, kundmachen, θεοπροπίας Il. 1, 87; Ὀδυσσέα Od. 4, 254, entdecken, daß es Odysseus sei; ποδῶν ἀρετήν Il. 20, 411; ἐπεσβολίας ἀναφαίνειν [[ἄντα]] [[σέθεν]] Od. 4, 159; oft bei Pind., [[βασιλέα]], Κυράναν, πόλιν, preisen, P. 4, 62. 9, 75 N. 9, 12; Aesch. βοάν, erheben, Suppl. 809; Eur. Bacch. 530 ἀναφαίνει χθόνιον [[γένος]] ἐκφύς τε δράκοντός ποτε Πενθεύς, er zeigt das Erdgeschlecht, und daß er einst aus einem Drachen entsproß; auch sonst mit partic., τοὺς παλαιοὺς πολίτας ἀγαθοὺς ὄντας ἀναφ. Plat. Critia 108 c; aor. I. med. bei Pind. I. 3, 89 ἀνεφήνατο νίκας, in derselben Bdtg. – Pass. (mit dem aor. ἀνεφάνην, u. fut. pass., κακὸν ἀναφανησόμενον Antiph. 1, 13; oft bei Plat.; doch auch fut. med., Polit. 289 c Legg. V, 744 a), sichtbar werden, sich zeigen, erscheinen, ἐκ νεφέων – [[ἀστήρ]] Il. 11, 62; πατρὶς [[ἄρουρα]] Od. 10, 29; [[ὄλεθρος]] Il. 17, 244; ἀνεφάνη μούναρχος, er wurde plötzlich, zeigte sich als Alleinherrscher, Her. 3, 82; vgl. 1, 36; ἀνεφάνη [[δεσπότης]] Plat. Gorg. 484 a. Vom act. kommt der aor. I. in intrans. Bdtg vor, Her. 1, 165 πρὶν τὸν μύδρον τοῦτον ἀναφῆναι, ehe diese Masse zum Vorschein käme (richtiger wohl als transit. zu nehmen); Mus. 111 u. Sp.; u. nur so perf. II. ἀναπέφηνα, Soph. O. C. 1225; Her. 2, 15; Xen. Cyr. 3, 2, 7 Hell. 3, 5, 8; κονιορτὸς ἀναπέφηνε, wird so genannt, Anaxandr. Ath. VI, 242 d; Plat. aber [[κλέπτης]] τις ὁ [[δίκαιος]] ἀναπέφανται, mit hervortretender passiv. Beziehung, Rep. I, 334 a.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0212.png Seite 212]] aufleuchten oder auflodern lassen, Od. 18, 310; gew. übtr., an den Tag bringen, offenbaren, kundmachen, θεοπροπίας Il. 1, 87; Ὀδυσσέα Od. 4, 254, entdecken, daß es Odysseus sei; ποδῶν ἀρετήν Il. 20, 411; ἐπεσβολίας ἀναφαίνειν [[ἄντα]] [[σέθεν]] Od. 4, 159; oft bei Pind., [[βασιλέα]], Κυράναν, πόλιν, preisen, P. 4, 62. 9, 75 N. 9, 12; Aesch. βοάν, erheben, Suppl. 809; Eur. Bacch. 530 ἀναφαίνει χθόνιον [[γένος]] ἐκφύς τε δράκοντός ποτε Πενθεύς, er zeigt das Erdgeschlecht, und daß er einst aus einem Drachen entsproß; auch sonst mit partic., τοὺς παλαιοὺς πολίτας ἀγαθοὺς ὄντας ἀναφ. Plat. Critia 108 c; aor. I. med. bei Pind. I. 3, 89 ἀνεφήνατο νίκας, in derselben Bdtg. – Pass. (mit dem aor. ἀνεφάνην, u. fut. pass., κακὸν ἀναφανησόμενον Antiph. 1, 13; oft bei Plat.; doch auch fut. med., Polit. 289 c Legg. V, 744 a), sichtbar werden, sich zeigen, erscheinen, ἐκ νεφέων – [[ἀστήρ]] Il. 11, 62; πατρὶς [[ἄρουρα]] Od. 10, 29; [[ὄλεθρος]] Il. 17, 244; ἀνεφάνη μούναρχος, er wurde plötzlich, zeigte sich als Alleinherrscher, Her. 3, 82; vgl. 1, 36; ἀνεφάνη [[δεσπότης]] Plat. Gorg. 484 a. Vom act. kommt der aor. I. in intrans. Bdtg vor, Her. 1, 165 πρὶν τὸν μύδρον τοῦτον ἀναφῆναι, ehe diese Masse zum Vorschein käme (richtiger wohl als transit. zu nehmen); Mus. 111 u. Sp.; u. nur so perf. II. ἀναπέφηνα, Soph. O. C. 1225; Her. 2, 15; Xen. Cyr. 3, 2, 7 Hell. 3, 5, 8; κονιορτὸς ἀναπέφηνε, wird so genannt, Anaxandr. Ath. VI, 242 d; Plat. aber [[κλέπτης]] τις ὁ [[δίκαιος]] ἀναπέφανται, mit hervortretender passiv. Beziehung, Rep. I, 334 a.
}}
{{ls
|lstext='''ἀναφαίνω''': ποιητ. [[ἀμφαίνω]]: μέλλ. -φᾰνῶ, ἀλλὰ φᾱνῶ ([[ἀναφαίνω]], Ναύκιος), Εὐρ. Βάκχ. 529, ἴδε Δινδορφ. Ἀριστοφ. Ἱππ. 300: ἀόρ. ἀνέφηνα ἢ -έφᾱνα: (ἴδε [[φαίνω]]). Κάμνω τι νὰ δώσῃ φῶς, [[κάμνω]] τι νὰ ἀναλάμψῃ, νὰ δώσῃ φλόγα, ἀμοιβηδὶς δ’ ἀνέφαινον δμωαὶ Ὀδ. Σ. 310. 2) γεννῶ, [[παράγω]], ὄφιας γάρ σφι πολλοὺς μὲν ἡ χώρη ἀνέφαινε Ἡρόδ. 4. 105. β) ἐπιδείκνυμι, καθιστῶ τι γνωστόν, φανερώνω τι, θεοπροπίας, ἀρετήν, ἐπεσβολίας Ἰλ. Α. 87, Υ. 411, Ὀδ. Δ. 159. Πίνδ. καὶ Ἀττ., κἀνέφηνεν οὐ δεδειγμένα Σοφ. Ἀποσπ. 379. 8· ἀν. θυσίας Εὐρ. Ι. Τ. 466· ὀργὰν ὁ αὐτ. Βάκχ. 538· ἄστρα Ξεν. Ἀπομ. 4. 3, 4· ἡμέρᾳ δὲ καὶ ἡλίῳ... [[χάριν]] [[οἶδα]], ὅτι μοι Κλεινίαν ἀν. ὁ αὐτ. Συμπ. 4. 12· σπανίως ἐπὶ ἤχου, βοὰν ἀμφ., [[ἐκπέμπω]] ἰσχυρὰν κραυγήν, Αἰσχύλ. Ἱκ. 829· ἀν. μελέων νόμους Ἀριστοφ. Ὄρν. 745: ― Μέσ., νίκαν ἀνεφάνατο Πίνδ. Ι. 4 (3). 119. 3) [[καθίστημι]], ἀνακηρύττω, [[ἀναγορεύω]], βασιλέα ἀν. τινὰ Πινδ. Π. 4. 110· ἀν. πόλιν, ἀνακηρύττω τὴν πόλιν νικήτριαν ἐν τοῖς ἀγῶσιν, ὁ αὐτ. Π. 9. 122, Ν. 9. 29· [[μετὰ]] μετοχ., τοὺς πολίτας ἀγαθοὺς ὄντας ἀν. Πλάτ. Κριτί. 108C, πρβλ. Λυσίαν 127. 21: ― μετ’ ἀπαρεμφ., ἀναφανῶ σε τόδε... ὀνομάζειν, θὰ ἀνακηρύξω (ὅ ἐ. θὰ διατάξω) νὰ σε ὀνομάζωσιν (εἰς τὸ ἑξῆς) διὰ τούτου τοῦ ὀνόματος, Εὐρ. Βάκχ. 529. β) ἐπὶ πραγμ., [[ὁρίζω]], [[ἱδρύω]], ὃς τελετὰς ἀνέφαινε καὶ [[ὄργια]] Συλλ. Ἐπιγρ. 401, πρβλ. Χρον. Πάρ. [[αὐτόθι]] 2374. 28· Πανὶ νόμους ἀν. Ἀριστοφ. Ὄρν. 745· νῆσον ἀν. τινὶ οἰκεῖν Φιλόστρ. 746. 4) καθιστῶ τινα ἔνδοξον, Πινδ. Ν. 9. 29. 5) ἀναφάναντες δὲ τὴν Κύπρον... ἐπλέομεν εἰς Συρίαν, ἀναφανείσης ἡμῖν τῆς Κύπρου… ἐπλέομεν, κτλ., Πράξ. Ἀπ. καϳ, 3· [[οὕτως]], aperitur Apollo ἐν Οὐεργ. Αἰν. 3. 275. ΙΙ. παθ., [[μετὰ]] μεσ. μέλλ. ἀναφᾰνήσομαι Ἀριστοφ. Ἱππ. 950, Σφ. 124, Πλάτ., ἀλλὰ καὶ ἀναφανοῦμαι ὁ αὐτ. Πολιτικ. 289C: πρκμ. ἀναπέφᾰσμαι, ἀλλὰ καὶ ἀναπέφηνα Ἡρόδ., κτλ.: δείκνυμαι, [[ἔρχομαι]] εἰς φῶς, [[γίνομαι]] [[ὁρατός]], φαίνομαι ἐναργῶς, ἀναφαίνεται ἀστὴρ Ἰλ. Λ. 62· ἀν. αἰπὺς [[ὄλεθρος]] [[αὐτόθι]] 174· τῇ δεκάτῃ... ἀνεφαίνετο πατρὶς ἄρουρα Ὀδ. Κ. 29· οὕτω, τὸ Δέλτα ἐστὶ νεωστὶ ἀναπεφηνὸς Ἡρόδ. 2. 15, πρβλ. Σοφ. Ο. Κ. 1222, κτλ.· ἀν. ὁ βλάπτων Αἰσχύλ. Χο. 329. β) ἐκ νέου φαίνομαι, Ἡρόδ. 6. 76., 7. 30, 198. 2) ἀναφανῆναι μούναρχος, ἀνακηρυχθῆναι [[βασιλεύς]], ὁ αὐτ. 3. 82· στρατηγὸς ἀν. Πλάτ. Ἴων 541E· [[κλέπτης]] τις ὁ [[δίκαιος]]… ἀναπέφανται, ἔχει ἀποδειχθῇ ὅτι [[εἶναι]].., ὁ αὐτ. Πολ. 334A, πρβλ. Συμπ. 185Α, Ρήτορ., ἀν. [[λογογράφος]] ἐκ τριηράρχου Αἰσχίν. 78. 26: ― [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] μετοχ., ἀναπέφανται ὢν ἀγαθὸς Πλάτ. Πολ. 334A· ἀλλ’ οὐκ ἀλήθειαν ἔχων ἀναπέφανται Πλάτ. Σοφ. 233C, Ξεν. Κύρ. 4. 5, 15, κτλ. ΙΙ. τὸ ἐνεργ. κεῖται ἀμετάβ. παρὰ μεταγεν. συγγραφ. ὡς ἀνέφαινεν [[ἕσπερος]] Μουσαῖ. 111, πρβλ. Κοραῆ Ἡλιόδ. 2. σελ. 187: - παρϳ Ἡροδ. 1. 165· πρὶν ἢ τὸν μύδρον τοῦτον ἀναφῆναι, τινὲς μὲν διορθοῦσιν ἀναφανῆναι, τινὲς δὲ ἀποφεύγουσι τὴν δυσκολίαν μεταφράζοντες, «πρὶν ἢ αὐτοὶ ἀνενέγκωσι τὸν μύδρον εἰς φῶς», ἀλλ’ ἡ [[ἑρμηνεία]] αὕτη φαίνεταί πως βεβιασμένη· ὁ Ἡσύχ. ἔχει, «ἀναφῆναι, φανερῶσαι».
}}
}}