Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πρεσβεῖον: Difference between revisions

From LSJ
6_23
(13_6a)
(6_23)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0698.png Seite 698]] τό, ion. u. ep. [[πρεσβήϊον]], Ehrengeschenk; πρώτῳ τοι μετ' ἐμὲ [[πρεσβήϊον]] ἐν χερὶ [[θήσω]], Il. 8, 289; πρεσβεῖα νείμας τῆσδε γῆς, Soph. frg. 19; Μίνῳ πρεσβεῖα δώσω ἐπιδιακρίνειν, Plat. Gorg. 524 a; Plut. sagt τὸ ἀπὸ τοῦ χρόνου [[πρωτεῖον]], ὃ καλεῖται [[κυρίως]] [[πρεσβεῖον]], was dem Alter zukommt, wie Poll. 2, 12 πρεσβεῖα, γέρα τὰ τοῖς πρεσβυτέροις δεδομένα; u. so bes. im plur. in sp. Prosa; bei Dem. 36, 34 das, was ein Erbe vor dem andern vorwegnimmt; vgl. οὐ τῷ χρόνῳ μόνον, ἀλλὰ καὶ τῷ δικαίῳ [[πρεσβεῖον]] ἔχοιμ' ἂν ἔγωγε τοὔνομα τοῦτ' [[εἰκότως]], 39, 29. – Sp., wie LXX, das Alter.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0698.png Seite 698]] τό, ion. u. ep. [[πρεσβήϊον]], Ehrengeschenk; πρώτῳ τοι μετ' ἐμὲ [[πρεσβήϊον]] ἐν χερὶ [[θήσω]], Il. 8, 289; πρεσβεῖα νείμας τῆσδε γῆς, Soph. frg. 19; Μίνῳ πρεσβεῖα δώσω ἐπιδιακρίνειν, Plat. Gorg. 524 a; Plut. sagt τὸ ἀπὸ τοῦ χρόνου [[πρωτεῖον]], ὃ καλεῖται [[κυρίως]] [[πρεσβεῖον]], was dem Alter zukommt, wie Poll. 2, 12 πρεσβεῖα, γέρα τὰ τοῖς πρεσβυτέροις δεδομένα; u. so bes. im plur. in sp. Prosa; bei Dem. 36, 34 das, was ein Erbe vor dem andern vorwegnimmt; vgl. οὐ τῷ χρόνῳ μόνον, ἀλλὰ καὶ τῷ δικαίῳ [[πρεσβεῖον]] ἔχοιμ' ἂν ἔγωγε τοὔνομα τοῦτ' [[εἰκότως]], 39, 29. – Sp., wie LXX, das Alter.
}}
{{ls
|lstext='''πρεσβεῖον''': Ἰων. καὶ Ἐπικ. -ήιον, τό, ([[πρέσβυς]]) [[δῶρον]] προσφερόμενον εἰς τοὺς πρεσβυτέρους εἰς ἔνδειξιν [[τιμῆς]], ἀριστεῖον, πρεσβήιον ἐν χερὶ θήσω Ἰλ. Θ. 289· λαχὼν πρεσβήια τέχνης Ἀνθ. Π. 9. 656· ἴδε [[πρεῖγυς]]. 2) τὸ [[δικαίωμα]] τῆς πρεσβυτικῆς ἡλικίας, καὶ [[καθόλου]] [[δικαίωμα]], Δημ. 1003. 10, Πλούτ. 2. 787D· πληθ., δικαιώματα, προνόμια, πρεσβεῖα διδόναι τινί, μετ’ ἀπαρ., [[παρέχω]] εἴς τινα ὡς [[προνόμιον]] νά..., Πλάτ. Γοργ. 524Α· πρεσβείων ἐπιλαμβάνειν Ἀριστ. Ἠθικ. Εὐδήμ. 7. 10, 1· ― [[μετὰ]] γεν., πρεσβεῖα γῆς, ἡ [[κυριαρχία]] τῆς γῆς, Σοφ. Ἀποσπ. 19. 3) τὸ [[δικαίωμα]] τοῦ πρεσβυτέρου κατὰ τὴν ἡλικίαν, τὸ ἐκ τῆς κληρονομίας [[μερίδιον]] [[αὐτοῦ]], πρεσβεῖα λαβεῖν Δημ. 955. 11. ΙΙ. ἡ πρεσβυτικὴ [[ἡλικία]], Ἑβδ. (Ψαλμ. Ο΄, 18). ― Καθ’ Ἡσύχ.: «πρεσβεῖα· κράτη καὶ ἀρχιερεῖα, καὶ ἀρχιὰ καὶ ἱερὰ (διορθωτ. ἀρχικὰ γέρα)».
}}
}}