3,273,773
edits
(6_6) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βοτρῡδόν''': ἐπίρρ. ([[βότρυς]]), ὡς [[βότρυς]], κατὰ τὸ [[εἶδος]] βότρυος, ὡς [[σταφυλή]], βοτρυδὸν πέτονται, ἐπὶ μελισσῶν, Ἰλ. Β. 89· τίκτει ὁ [[πολύπους]] ᾠὰ β. Ἀριστ. Ἀποσπ. 315· - [[ὡσαύτως]] βοτρυηδόν, κατὰ τὸ Οὐρβιν. χειρόγρ. ἐν Θεοφρ. Ι. Φ. 3. 16, 4. | |lstext='''βοτρῡδόν''': ἐπίρρ. ([[βότρυς]]), ὡς [[βότρυς]], κατὰ τὸ [[εἶδος]] βότρυος, ὡς [[σταφυλή]], βοτρυδὸν πέτονται, ἐπὶ μελισσῶν, Ἰλ. Β. 89· τίκτει ὁ [[πολύπους]] ᾠὰ β. Ἀριστ. Ἀποσπ. 315· - [[ὡσαύτως]] βοτρυηδόν, κατὰ τὸ Οὐρβιν. χειρόγρ. ἐν Θεοφρ. Ι. Φ. 3. 16, 4. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv.</i><br />par grappe, en forme de grappe.<br />'''Étymologie:''' [[βότρυς]]. | |||
}} | }} |