Anonymous

Θάσιος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_4)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Θάσιος''': -α, -ον, ἐκ Θάσου, εἰς τὴν Θάσον ἀνήκων, [[Θάσιος]] (ἐνν. [[οἶνος]]) Ἕρμιππ. Φορμ. 2. 3, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 301, κτλ.· κατ’ ἐναλλαγ., Θάσιον οἴνου [[σταμνίον]] Ἀριστοφ. Λυσ. 196, πρβλ. Ἐκκλ. 1160· - Θάσια (ἐνν. κάρυα), τά, ἀμύγδαλα, Πλούτ. 2. 1097D, πρβλ. Χρύσιππ. Τυαν. παρ’ Ἀθην. 647F· - ἡ Θασία [[ἅλμη]], [[βάμμα]], [[ἔμβαμμα]], Κρατῖν. Ἀρχ. 3· καὶ [[ἄνευ]] τοῦ [[ἅλμη]], ἀνακυκᾶν Θασίαν Ἀριστοφ. Ἀχ. 671.
|lstext='''Θάσιος''': -α, -ον, ἐκ Θάσου, εἰς τὴν Θάσον ἀνήκων, [[Θάσιος]] (ἐνν. [[οἶνος]]) Ἕρμιππ. Φορμ. 2. 3, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 301, κτλ.· κατ’ ἐναλλαγ., Θάσιον οἴνου [[σταμνίον]] Ἀριστοφ. Λυσ. 196, πρβλ. Ἐκκλ. 1160· - Θάσια (ἐνν. κάρυα), τά, ἀμύγδαλα, Πλούτ. 2. 1097D, πρβλ. Χρύσιππ. Τυαν. παρ’ Ἀθην. 647F· - ἡ Θασία [[ἅλμη]], [[βάμμα]], [[ἔμβαμμα]], Κρατῖν. Ἀρχ. 3· καὶ [[ἄνευ]] τοῦ [[ἅλμη]], ἀνακυκᾶν Θασίαν Ἀριστοφ. Ἀχ. 671.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />de Thasos ; [[Θάσιος]] [[λίθος]] PLUT la pierre de Thasos, <i>càd</i> le marbre.<br />'''Étymologie:''' [[Θάσος]].
}}
}}