3,270,341
edits
(6_10) |
(Bailly1_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κρέξ''': ἡ, γεν. κρεκός, ([[κρέκω]]) Λατιν. crex, πτηνόν τι ἔχον ὀξὺ καὶ ὀδοντωτὸν [[ῥάμφος]], Ἀριστοφ. Ὄρν. 1138, καὶ μικροὺς πόδας, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 12, 34, πρβλ. Αἰλ. π. Ζ. 4. 5, πρὸς ὃ κατὰ τὸ [[μέγεθος]] ὁ Ἡρόδ. παραβάλλει τὴν ἶβιν, 2. 76. Ἡ περιγραφὴ αὕτη δὲν ἁρμόζει πρὸς τὸ crex rallus, ἂν καὶ ἡ κραυγὴ [[αὐτοῦ]] ἀνταποκρίνεται πρὸς τὸ [[ὄνομα]] ([[ὅπερ]] ὡς τὸ [[κρέκω]] [[εἶναι]] κατ’ ὀνοματοπ.), ὁ δὲ Snudevall ἐπιμένει ὅτι [[εἶναι]] αὐτὸ τοῦτο· ἕτεροι νομίζουσιν ὅτι [[εἶναι]] τὸ πτηνὸν tringa pugnax. Ἐθεωρεῖτο δὲ δυσοιώνιστον εἰς τοὺς νεονύμφους, Εὐφορίων 4· [[ὁπόθεν]] ἡ Ἑλένη καλεῖται δυσάρπαγος [[κρέξ]], Λυκόφρ. 513. 2) μεταφορ., [[κομπορρήμων]], ἀλαζών, Εὔπολ. ἐν Ἀδήλ. 118. ΙΙ. τάσσεται δὲ καὶ ἐπὶ τριχός, Ἡσύχ., Σουΐδ., Εὐστ. 1528. 18· ὁ Εὐστ. μνημονεύει καὶ αἰτιατ. κρέκαν, ἐξ ὀνομαστ. ἡ κρέκη. | |lstext='''κρέξ''': ἡ, γεν. κρεκός, ([[κρέκω]]) Λατιν. crex, πτηνόν τι ἔχον ὀξὺ καὶ ὀδοντωτὸν [[ῥάμφος]], Ἀριστοφ. Ὄρν. 1138, καὶ μικροὺς πόδας, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 4. 12, 34, πρβλ. Αἰλ. π. Ζ. 4. 5, πρὸς ὃ κατὰ τὸ [[μέγεθος]] ὁ Ἡρόδ. παραβάλλει τὴν ἶβιν, 2. 76. Ἡ περιγραφὴ αὕτη δὲν ἁρμόζει πρὸς τὸ crex rallus, ἂν καὶ ἡ κραυγὴ [[αὐτοῦ]] ἀνταποκρίνεται πρὸς τὸ [[ὄνομα]] ([[ὅπερ]] ὡς τὸ [[κρέκω]] [[εἶναι]] κατ’ ὀνοματοπ.), ὁ δὲ Snudevall ἐπιμένει ὅτι [[εἶναι]] αὐτὸ τοῦτο· ἕτεροι νομίζουσιν ὅτι [[εἶναι]] τὸ πτηνὸν tringa pugnax. Ἐθεωρεῖτο δὲ δυσοιώνιστον εἰς τοὺς νεονύμφους, Εὐφορίων 4· [[ὁπόθεν]] ἡ Ἑλένη καλεῖται δυσάρπαγος [[κρέξ]], Λυκόφρ. 513. 2) μεταφορ., [[κομπορρήμων]], ἀλαζών, Εὔπολ. ἐν Ἀδήλ. 118. ΙΙ. τάσσεται δὲ καὶ ἐπὶ τριχός, Ἡσύχ., Σουΐδ., Εὐστ. 1528. 18· ὁ Εὐστ. μνημονεύει καὶ αἰτιατ. κρέκαν, ἐξ ὀνομαστ. ἡ κρέκη. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=[[κρεκός]] (ἡ) :<br /><i>oiseau de la grosseur de l’ibis, avec un bec très aigu</i> : râle d’eau <i>ou</i> autre.<br />'''Étymologie:''' R. Κρεκ, crier -- DELG onomatopée, cf. [[κόραξ]]. | |||
}} | }} |