Anonymous

ἐναφίημι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_13b)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐναφίημι''': μέλλ. -αφήσω, ἀφίνω τι νὰ πέσῃ [[ἐντός]] τινος, θέτω [[ἐντός]], διάφ. γραφ. παρ’ Ἡροδ. 1. 214 (ἴδε [[ἐναφάπτω]]). ΙΙ. [[ἐναποτίθημι]], ἐναφιᾶσαι δὲ τὸν γόνον (αἱ ἀνθρῆναι), [[ὥσπερ]] αἱ μέλιτται, ὅσον σταλαγμὸν εἰς τὸ πλάγιον τοῦ κυττάρου Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 22, 4, π. Ζ. Γεν. 1. 18, 27 κ. ἀλλ.· τινὶ Ἀρτεμίδ. 2. 26.
|lstext='''ἐναφίημι''': μέλλ. -αφήσω, ἀφίνω τι νὰ πέσῃ [[ἐντός]] τινος, θέτω [[ἐντός]], διάφ. γραφ. παρ’ Ἡροδ. 1. 214 (ἴδε [[ἐναφάπτω]]). ΙΙ. [[ἐναποτίθημι]], ἐναφιᾶσαι δὲ τὸν γόνον (αἱ ἀνθρῆναι), [[ὥσπερ]] αἱ μέλιτται, ὅσον σταλαγμὸν εἰς τὸ πλάγιον τοῦ κυττάρου Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 22, 4, π. Ζ. Γεν. 1. 18, 27 κ. ἀλλ.· τινὶ Ἀρτεμίδ. 2. 26.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> ἐναφήσω;<br />introduire dans.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[ἀφίημι]].
}}
}}