Anonymous

νάω: Difference between revisions

From LSJ
243 bytes added ,  9 August 2017
Bailly1_3
(6_20)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''νάω''': πιθαν. μόνον κατ’ ἐνεστ. καὶ παρατ., ῥέω, ἐν δὲ [[κρήνη]] νάει Ὀδ. Ζ. 292· καὶ φρείατα μακρὰ νάουσιν Ἰλ. Φ. 197· ὄφρ’ ἂν [[ὕδωρ]] τε νάει Ἐπίγραμμ. ἐν Πλάτ. Φαίδρῳ 267D· ὕδατι νᾶε Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 1146· νᾶεν φόνῳ Καλλ. εἰς Ἄρτ. 224. - Παθ., ποτίζομαι, νᾱομένοισι τόποις Νικ. Ἀποσπ. 2. 58. [ᾰ παρ’ Ὁμ.· ἀλλὰ ᾱ ἐν ἄρσει παρὰ μεταγεν. Ἐπικ., ἴδε ἀνωτ.· περὶ τοῦ ἐν Ὀδ. Ι. 222 ἴδε [[ναίω]] Β] (Ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης παράγονται τά: ἀέναος, νᾶμα, Ναϊάς, Νηϊάς, ναρός, νηρός, Νηρεύς· - ἡ [[ῥίζα]] αὕτη εἶχε πιθανῶς υ, ὡς ἐν τῷ Αἰολ. τύπῳ [[ναύω]] ὃν μνημονεύει ὁ Ἡσύχ., ἔτι δὲ καὶ σ ἐν ἀρχῇ, πρβλ. Σανσκρ. snû, snâu-mi (fluo, mano), snav-as (stillatio), snu-tas (stillans)).
|lstext='''νάω''': πιθαν. μόνον κατ’ ἐνεστ. καὶ παρατ., ῥέω, ἐν δὲ [[κρήνη]] νάει Ὀδ. Ζ. 292· καὶ φρείατα μακρὰ νάουσιν Ἰλ. Φ. 197· ὄφρ’ ἂν [[ὕδωρ]] τε νάει Ἐπίγραμμ. ἐν Πλάτ. Φαίδρῳ 267D· ὕδατι νᾶε Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 1146· νᾶεν φόνῳ Καλλ. εἰς Ἄρτ. 224. - Παθ., ποτίζομαι, νᾱομένοισι τόποις Νικ. Ἀποσπ. 2. 58. [ᾰ παρ’ Ὁμ.· ἀλλὰ ᾱ ἐν ἄρσει παρὰ μεταγεν. Ἐπικ., ἴδε ἀνωτ.· περὶ τοῦ ἐν Ὀδ. Ι. 222 ἴδε [[ναίω]] Β] (Ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης παράγονται τά: ἀέναος, νᾶμα, Ναϊάς, Νηϊάς, ναρός, νηρός, Νηρεύς· - ἡ [[ῥίζα]] αὕτη εἶχε πιθανῶς υ, ὡς ἐν τῷ Αἰολ. τύπῳ [[ναύω]] ὃν μνημονεύει ὁ Ἡσύχ., ἔτι δὲ καὶ σ ἐν ἀρχῇ, πρβλ. Σανσκρ. snû, snâu-mi (fluo, mano), snav-as (stillatio), snu-tas (stillans)).
}}
{{bailly
|btext=<i>seul. prés. et impf.</i><br />couler : ὀρῷ OD déborder de petit-lait.<br />'''Étymologie:''' R. Σνυ &gt; Νυ, Ναυ, ΝαϜ, couler ; cf. [[νᾶμα]], [[Ναϊάς]], [[ναῦς]] ; <i>lat.</i> navis.
}}
}}