Anonymous

ἀγχοῦ: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_4)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀγχοῦ''': ἄγχι, πλησίον, Λατ. prope, [[συχν]]. παρ’ Ὁμήρῳ· ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἀπόλ., καὶ ἐν ἀρχῇ στίχου, [[ἀγχοῦ]] δ’ ἱσταμένη, Ἰλ. Β. 172, πρβλ. Δ. 92, 303, καὶ ἀλλ.· ― ἀπολ., ὡσαύτ. παρὰ Σοφ. Τρ. 962, Ἀποσπ. 69, δὶς μ. γεν., Ἰλ. Ω. 789, Ὀδ. Ζ. 5, ἀλλαχοῦ παρ’ Ὁμ. ἀείποτε [[ἀγχοῦ]] ἱστάμενος ἢ -μένη. πλὴν ἐν Ὀδ. Ρ. 526., Τ. 271, [[ὡσαύτως]] μ. δοτ., Πινδ. Ν. 9. 95, Ἡρόδ. 3. 85, ἀλλὰ πρβλ. ἄγχι· ― Οὐδαμοῦ παρὰ τοῖς πεζοῖς τῶν Ἀττικῶν, ἴδε Λουκ. Νέρ. 9. Μεταγενέστεροι τύποι εἰσὶν [[ἀγχότερος]], [[ἀγχοτάτω]], [[ἅπερ]] ἴδε. (Ὅρα ἐν λ. [[ἄγχω]].)
|lstext='''ἀγχοῦ''': ἄγχι, πλησίον, Λατ. prope, [[συχν]]. παρ’ Ὁμήρῳ· ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἀπόλ., καὶ ἐν ἀρχῇ στίχου, [[ἀγχοῦ]] δ’ ἱσταμένη, Ἰλ. Β. 172, πρβλ. Δ. 92, 303, καὶ ἀλλ.· ― ἀπολ., ὡσαύτ. παρὰ Σοφ. Τρ. 962, Ἀποσπ. 69, δὶς μ. γεν., Ἰλ. Ω. 789, Ὀδ. Ζ. 5, ἀλλαχοῦ παρ’ Ὁμ. ἀείποτε [[ἀγχοῦ]] ἱστάμενος ἢ -μένη. πλὴν ἐν Ὀδ. Ρ. 526., Τ. 271, [[ὡσαύτως]] μ. δοτ., Πινδ. Ν. 9. 95, Ἡρόδ. 3. 85, ἀλλὰ πρβλ. ἄγχι· ― Οὐδαμοῦ παρὰ τοῖς πεζοῖς τῶν Ἀττικῶν, ἴδε Λουκ. Νέρ. 9. Μεταγενέστεροι τύποι εἰσὶν [[ἀγχότερος]], [[ἀγχοτάτω]], [[ἅπερ]] ἴδε. (Ὅρα ἐν λ. [[ἄγχω]].)
}}
{{bailly
|btext=<i>adv. et prép.</i><br /><b>1</b> près, auprès, gén. <i>ou</i> dat. ; <i>Sp.</i> [[ἀγχοτάτω]], très près, le plus près ; <i>fig.</i> [[οἱ]] [[ἀγχοῦ]] προσήκοντες HDT les plus proches parents;<br /><b>2</b> très près par la ressemblance, semblablement ; <i>Sp. neutre adv.</i> • [[ἀγχότατα]], <i>m. sign.</i><br />'''Étymologie:''' [[ἄγχι]].
}}
}}