Anonymous

κατεφίσταμαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_14)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατεφίσταμαι''': μέσ. μετ’ ἀορ. β΄ κατεπέστην, ἐγείρομαι [[ἐναντίον]] τινός, Πράξ. Ἀποστ. ιη΄, 12.
|lstext='''κατεφίσταμαι''': μέσ. μετ’ ἀορ. β΄ κατεπέστην, ἐγείρομαι [[ἐναντίον]] τινός, Πράξ. Ἀποστ. ιη΄, 12.
}}
{{bailly
|btext=se soulever contre, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], ἐφίσταμαι.
}}
}}