3,273,082
edits
(6_12) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σπείρᾱμα''': Ἰω. -ημα, τό, ([[σπειράομαι]]) [[ἑλιγμός]], ἑλικοειδὴς [[συστροφή]], [[σπεῖρα]], «κουλλούριασμα» ἐχίδνης Αἰσχύλ. Χο. 248· ὄφεων Ἀριστ. π. θαυμασ. 130, πρβλ. Διόδ. 3. 36, Πλούτ., κλπ.· σπ. περισφυρίοιο δράκοντος, ἐπὶ κοσμήματος ὁμοίου πρὸς ὄφιν, Ἀνθ. Π. 6. 207· - μεταφ., αἰῶνος σπ., [[περίοδος]], [[κύκλος]], Ἀνθ. Π. παράρτ. 109. 2) = [[σπάργανον]]. Νικ. Ἀλεξιφ. 417. 3) συνεστραμμένον [[σχοινίον]] ἢ κλωστή, Φώτ., κλπ. | |lstext='''σπείρᾱμα''': Ἰω. -ημα, τό, ([[σπειράομαι]]) [[ἑλιγμός]], ἑλικοειδὴς [[συστροφή]], [[σπεῖρα]], «κουλλούριασμα» ἐχίδνης Αἰσχύλ. Χο. 248· ὄφεων Ἀριστ. π. θαυμασ. 130, πρβλ. Διόδ. 3. 36, Πλούτ., κλπ.· σπ. περισφυρίοιο δράκοντος, ἐπὶ κοσμήματος ὁμοίου πρὸς ὄφιν, Ἀνθ. Π. 6. 207· - μεταφ., αἰῶνος σπ., [[περίοδος]], [[κύκλος]], Ἀνθ. Π. παράρτ. 109. 2) = [[σπάργανον]]. Νικ. Ἀλεξιφ. 417. 3) συνεστραμμένον [[σχοινίον]] ἢ κλωστή, Φώτ., κλπ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ατος (τό) :<br />enroulement ; replis d’un serpent.<br />'''Étymologie:''' [[σπειράομαι]]. | |||
}} | }} |