Anonymous

ἀρκευθίς: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_12)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρκευθίς''': -ίδος, ἡ, ὁ [[καρπὸς]] τῆς ἀρκεύθου, Θεοφρ. π. Ὀσμ. 5 (Schneid.), Πλούτ. 2. 383D: ― [[ὅθεν]], ἀρκευθιδίτης, ου, ὁ, κατασκευασμένος ἐξ ἀρκευθίδων, ἢ ὁ ἀρωματισθεὶς δι' αὐτῶν, [[οἶνος]] Διοσκ. 5. 46. 2) = τῷ ἑπ., Πλούτ. 2. 383Ε.
|lstext='''ἀρκευθίς''': -ίδος, ἡ, ὁ [[καρπὸς]] τῆς ἀρκεύθου, Θεοφρ. π. Ὀσμ. 5 (Schneid.), Πλούτ. 2. 383D: ― [[ὅθεν]], ἀρκευθιδίτης, ου, ὁ, κατασκευασμένος ἐξ ἀρκευθίδων, ἢ ὁ ἀρωματισθεὶς δι' αὐτῶν, [[οἶνος]] Διοσκ. 5. 46. 2) = τῷ ἑπ., Πλούτ. 2. 383Ε.
}}
{{bailly
|btext=ίδος (ἡ) :<br />graine de genièvre.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt.
}}
}}