Anonymous

κολλώδης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_7)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κολλώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς κόλλαν, [[κολλητικός]], [[γλοιώδης]], Πλάτ. Κρατ. 427Β, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 14, 8., 9. 40, 6, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 5. 16, 4.
|lstext='''κολλώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς κόλλαν, [[κολλητικός]], [[γλοιώδης]], Πλάτ. Κρατ. 427Β, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 14, 8., 9. 40, 6, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 5. 16, 4.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες :<br />collant, gluant, visqueux.<br />'''Étymologie:''' [[κόλλα]], -ωδης.
}}
}}