Anonymous

περιχωρέω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_22)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιχωρέω''': χωρῶ ὁλόγυρα, Ἀριστοφ. Ὄρν. 958· ἄνω [[κάτω]] π. Λουκ. Βίων [[πρᾶσις]] 14· π. τὴν Ἑλλάδα [[Θαλῆς]] παρὰ Διογ. Λ. 1. 44. ΙΙ. περιστρέφομαι, Ἀναξαγ. 8. 2) [[περιέρχομαι]] εἰς..., διαδοχικῶς καταντῶ εἰς..., π. εἰς Δαρεῖον ἡ βασιληίη Ἡρόδ. 1. 210· ἡ ὀργὴ π. εἴς τινα Δίων Κ. 40. 49· πρβλ. [[περιέρχομαι]], [[περίειμι]] ([[εἶμι]]).
|lstext='''περιχωρέω''': χωρῶ ὁλόγυρα, Ἀριστοφ. Ὄρν. 958· ἄνω [[κάτω]] π. Λουκ. Βίων [[πρᾶσις]] 14· π. τὴν Ἑλλάδα [[Θαλῆς]] παρὰ Διογ. Λ. 1. 44. ΙΙ. περιστρέφομαι, Ἀναξαγ. 8. 2) [[περιέρχομαι]] εἰς..., διαδοχικῶς καταντῶ εἰς..., π. εἰς Δαρεῖον ἡ βασιληίη Ἡρόδ. 1. 210· ἡ ὀργὴ π. εἴς τινα Δίων Κ. 40. 49· πρβλ. [[περιέρχομαι]], [[περίειμι]] ([[εἶμι]]).
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />aboutir à ; échoir par ordre de succession, <i>avec</i> [[ἐς]] et l’acc..<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[χωρέω]].
}}
}}