Anonymous

ἐπιστολεύς: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_8)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιστολεύς''': έως, ἡ, (ἐπιστολὴ) [[γραμματεύς]], τοῦ Αὐτοκράτορος Συλλ. Ἐπιγρ. 5900, πρβλ. Σουΐδ. ἐν λ. [[ἐπιστέλλω]]. ΙΙ. παρὰ τοῖς Σπαρτιάταις, ὑποναύαρχος, Ξεν. Ἑλλ. 2. 1, 7., 4. 8, 11, κτλ.· φαίνεται δὲ ὅτι [[οὗτος]] ἦτο καὶ κομιστὴς ἐπιστολῶν ([[ἐπιστολιαφόρος]]), [[αὐτόθι]] 6. 2, 25, πρβλ. 1. 1, 23.
|lstext='''ἐπιστολεύς''': έως, ἡ, (ἐπιστολὴ) [[γραμματεύς]], τοῦ Αὐτοκράτορος Συλλ. Ἐπιγρ. 5900, πρβλ. Σουΐδ. ἐν λ. [[ἐπιστέλλω]]. ΙΙ. παρὰ τοῖς Σπαρτιάταις, ὑποναύαρχος, Ξεν. Ἑλλ. 2. 1, 7., 4. 8, 11, κτλ.· φαίνεται δὲ ὅτι [[οὗτος]] ἦτο καὶ κομιστὴς ἐπιστολῶν ([[ἐπιστολιαφόρος]]), [[αὐτόθι]] 6. 2, 25, πρβλ. 1. 1, 23.
}}
{{bailly
|btext=έως (ὁ) :<br />commandant en second d’une escadre, vice-amiral <i>à Lacédémone</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπιστέλλω]].
}}
}}