3,274,216
edits
(6_11) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χορηγικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς χορηγόν, χ. ἀγῶνες, [[ἅμιλλα]] περὶ τὴν παρασκευὴν καὶ τὸν καταρτισμὸν χορῶν, Ξεν. Ἱέρων 9, 11· χ. τρίποδες, οὓς ἀνέθετεν εἴς τινα θεὸν ὁ νικήσας [[χορηγός]], Πλουτ. Ἀριστείδ. 1, Νικ. 3. | |lstext='''χορηγικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς χορηγόν, χ. ἀγῶνες, [[ἅμιλλα]] περὶ τὴν παρασκευὴν καὶ τὸν καταρτισμὸν χορῶν, Ξεν. Ἱέρων 9, 11· χ. τρίποδες, οὓς ἀνέθετεν εἴς τινα θεὸν ὁ νικήσας [[χορηγός]], Πλουτ. Ἀριστείδ. 1, Νικ. 3. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />qui concerne le chorège <i>ou</i> la fonction du chorège : χορηγικοὶ τρίποδες PLUT trépieds consacrés par le chorège dont les chœurs avaient obtenu le prix.<br />'''Étymologie:''' [[χορηγός]]. | |||
}} | }} |