Anonymous

ἀμφιθέω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_6)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμφιθέω''': ἐν χρήσει μόνον κατ’ ἐνεστ., [[περιτρέχω]], ἀμφιθέουσι μητέρας Ὀδ. Κ. 413: - [[ὡσαύτως]] μ. δοτ., [[νόος]] δέ οἱ … [[αἴσιμος]] ἀμφιθέει, διανοήματα ὀρθὰ περιβάλλουσιν αὐτόν, δηλ. ἔχει νοῦν ὑγιᾶ, Μόσχ. 2. 107.
|lstext='''ἀμφιθέω''': ἐν χρήσει μόνον κατ’ ἐνεστ., [[περιτρέχω]], ἀμφιθέουσι μητέρας Ὀδ. Κ. 413: - [[ὡσαύτως]] μ. δοτ., [[νόος]] δέ οἱ … [[αἴσιμος]] ἀμφιθέει, διανοήματα ὀρθὰ περιβάλλουσιν αὐτόν, δηλ. ἔχει νοῦν ὑγιᾶ, Μόσχ. 2. 107.
}}
{{bailly
|btext=<i>seul. prés. non contracte</i>;<br />courir autour de, acc..<br />'''Étymologie:''' [[ἀμφί]], [[θέω]].
}}
}}