Anonymous

κλεπτίστατος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κλεπτίστατος''': -η, -ον, Ἀττ. ὑπερθ. σχηματισθὲν ἐκ τοῦ [[κλέπτης]], ὁ τολμηρότατος καὶ ἐπιτηδειότατος [[κλέπτης]], Ἀριστοφ. Πλ. 27, Εὔπολ. ἐν Ἀδήλ. 114, ἂν καὶ ἐν τῷ δευτέρῳ παραδείγματι παρὰ [[Πολυδ]]. Θ΄, 34, καλόν τι ἀντίγραφον ἔχει [[κλεπτίσκος]], (ὑποκορ. τοῦ [[κλέπτης]]), Ἀλκίφρων 3. 20· ― συγκρ. -ίστερος, α, ον, Σουΐδ. ἐν λέξ. Νεοκλείδου.
|lstext='''κλεπτίστατος''': -η, -ον, Ἀττ. ὑπερθ. σχηματισθὲν ἐκ τοῦ [[κλέπτης]], ὁ τολμηρότατος καὶ ἐπιτηδειότατος [[κλέπτης]], Ἀριστοφ. Πλ. 27, Εὔπολ. ἐν Ἀδήλ. 114, ἂν καὶ ἐν τῷ δευτέρῳ παραδείγματι παρὰ [[Πολυδ]]. Θ΄, 34, καλόν τι ἀντίγραφον ἔχει [[κλεπτίσκος]], (ὑποκορ. τοῦ [[κλέπτης]]), Ἀλκίφρων 3. 20· ― συγκρ. -ίστερος, α, ον, Σουΐδ. ἐν λέξ. Νεοκλείδου.
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br />infâme voleur.<br />'''Étymologie:''' Sp. formé de [[κλέπτης]].
}}
}}