Anonymous

προσφέρω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_6)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προσφέρω''': Δωρ. ποτιφέρω· Ἰων. παθ. ἀόρ. προσενείχθην Ἡρόδ. 9.71. Φέρω [[πρός]] τι ἢ ἐπί τινος, [[προσαρμόζω]], [[ἐφαρμόζω]], Λατ. applicare, πρ. πύργοισι κλιμάκων προσαμβάσεις Εὐρ. Φοίν. 488· πῦρ τινι ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 257· μηχανὰς [τοῖς τείχεσι] Ἡρόδ. 6. 18, πρβλ. Θουκ. 2. 58· τὴν χεῖρα πρὸς τοὺς μυκτῆρας Ἡρόδ. 3. 87· [[ἀλλά]], πρ. χεῖρά τινι, [[ἐπιβάλλω]] τὴν χεῖρά μου ἐπί τινος. Πινδ. Π. 9. 62· πρ. χεῖράς τινι, ἐπὶ ἐχθρικῆς σημασίας, Πολύβ. 3. 79, 4 (ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] ἐπὶ φιλικῆς σχέσεως, Ξεν. Ἀπομν. 2. 6, 31 κἑξ.)· πρ. τινὶ ἀνάγκην ἢ ἀναγκαίην Ἡρόδ. 7. 136, 172, Αἰσχύλ. Χο. 76· βάσανόν τινι Πλάτ. Φίληβ. 23Α· - [[ἄνευ]] δοτικ., [[ἐφαρμόζω]], [[ἐπιβάλλω]], μεταχειρίζομαι, πρ. βίην Ἡρόδ. 3. 19· πρ. καινὰ σοφὰ Εὐρ. Μήδ. 299, Ἀριστοφ. Θεσμ. 1130, πρβλ. Σοφ. Ἀποσπ. 702· [[ἴαμα]] Θουκ. 2. 51· τεχνήματα Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 338· πάσας μηχανὰς Εὐρ. Ι. Τ. 112, κτλ.· πάντας ἐλέγχους Ἀριστοφ. Λυσ. 484· πρ. τόλμαν, βάλλω εἰς ἐνέργειαν, Πινδ. Ν. 10. 55· τὰς τομὰς καὶ τὰς καύσεις τινὶ Δίων Κ. 55. 17· -[[ὡσαύτως]], πρ. πόλεμον Ἡρόδ. 7. 9, 3· ἔρωτα Πλάτ. Συμπ. 187Ε· [[ἆθλον]] Πινδ. Ο. 9. 162. 2) προσθέτω, [[μηδὲ]] πρ. [[μέθυ]] Σοφ. Ο. Κ. 481Ε· εἰ κακὸν προσοίσομεν νέον παλαιῷ Εὐρ. Μήδ. 78, Πλάτ. Θεαίτ. 205C· πρ. τι [[πρός]] τι Ἡρόδ. 6. 125, Δημ. 937, 16. 3) ὡς καὶ νῦν, [[προσφέρω]], [[δίδωμι]], δωροῦμαι, λουτρὰ πατρὶ Σοφ. Ἠλ. 434· τὰ τόξα ὁ αὐτ. ἐν Φοιν. 775· τὴν δᾷδά τινι Πλ. 1052· τὴν χεῖρά τινι ἄκραν ὁ αὐτ. ἐν Λυσ. 436· δῶρα Θουκ. 2. 97· οὐθὲν κολοβὸν προσφέρομεν πρὸς τοὺς θεοὺς Ἀριστ. Ἀποσπ. 108· οὕτω, πρ. σφάγια καὶ θυσίας Πράξ. Ἀποστ. ζ΄, 42, πρβλ. Ἐπιστ. πρ. Ἑβρ. ια΄, 4· τὸ δῶρόν σου Εὐαγγ. κ. Ματθ. ε΄, 24, κτλ. β) ἰδίως ἐπὶ φαγητοῦ καὶ ποτοῦ, θαλλὸν χιμαίραις Σοφ. Ἀποσπ. 445· πρ. ὃ ἂν δέῃ Ἱππ. 881 ἐν τέλ., προβλ. Πλάτ. Χαρμ. 157C, Φαῖδρ. 270Β, [[Πλάτων]] Κωμικ. ἐν «Ἰοῖ» 1, Ἄλεξ. ἐν «Πονήρᾳ» 4, κτλ.
|lstext='''προσφέρω''': Δωρ. ποτιφέρω· Ἰων. παθ. ἀόρ. προσενείχθην Ἡρόδ. 9.71. Φέρω [[πρός]] τι ἢ ἐπί τινος, [[προσαρμόζω]], [[ἐφαρμόζω]], Λατ. applicare, πρ. πύργοισι κλιμάκων προσαμβάσεις Εὐρ. Φοίν. 488· πῦρ τινι ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 257· μηχανὰς [τοῖς τείχεσι] Ἡρόδ. 6. 18, πρβλ. Θουκ. 2. 58· τὴν χεῖρα πρὸς τοὺς μυκτῆρας Ἡρόδ. 3. 87· [[ἀλλά]], πρ. χεῖρά τινι, [[ἐπιβάλλω]] τὴν χεῖρά μου ἐπί τινος. Πινδ. Π. 9. 62· πρ. χεῖράς τινι, ἐπὶ ἐχθρικῆς σημασίας, Πολύβ. 3. 79, 4 (ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] ἐπὶ φιλικῆς σχέσεως, Ξεν. Ἀπομν. 2. 6, 31 κἑξ.)· πρ. τινὶ ἀνάγκην ἢ ἀναγκαίην Ἡρόδ. 7. 136, 172, Αἰσχύλ. Χο. 76· βάσανόν τινι Πλάτ. Φίληβ. 23Α· - [[ἄνευ]] δοτικ., [[ἐφαρμόζω]], [[ἐπιβάλλω]], μεταχειρίζομαι, πρ. βίην Ἡρόδ. 3. 19· πρ. καινὰ σοφὰ Εὐρ. Μήδ. 299, Ἀριστοφ. Θεσμ. 1130, πρβλ. Σοφ. Ἀποσπ. 702· [[ἴαμα]] Θουκ. 2. 51· τεχνήματα Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 338· πάσας μηχανὰς Εὐρ. Ι. Τ. 112, κτλ.· πάντας ἐλέγχους Ἀριστοφ. Λυσ. 484· πρ. τόλμαν, βάλλω εἰς ἐνέργειαν, Πινδ. Ν. 10. 55· τὰς τομὰς καὶ τὰς καύσεις τινὶ Δίων Κ. 55. 17· -[[ὡσαύτως]], πρ. πόλεμον Ἡρόδ. 7. 9, 3· ἔρωτα Πλάτ. Συμπ. 187Ε· [[ἆθλον]] Πινδ. Ο. 9. 162. 2) προσθέτω, [[μηδὲ]] πρ. [[μέθυ]] Σοφ. Ο. Κ. 481Ε· εἰ κακὸν προσοίσομεν νέον παλαιῷ Εὐρ. Μήδ. 78, Πλάτ. Θεαίτ. 205C· πρ. τι [[πρός]] τι Ἡρόδ. 6. 125, Δημ. 937, 16. 3) ὡς καὶ νῦν, [[προσφέρω]], [[δίδωμι]], δωροῦμαι, λουτρὰ πατρὶ Σοφ. Ἠλ. 434· τὰ τόξα ὁ αὐτ. ἐν Φοιν. 775· τὴν δᾷδά τινι Πλ. 1052· τὴν χεῖρά τινι ἄκραν ὁ αὐτ. ἐν Λυσ. 436· δῶρα Θουκ. 2. 97· οὐθὲν κολοβὸν προσφέρομεν πρὸς τοὺς θεοὺς Ἀριστ. Ἀποσπ. 108· οὕτω, πρ. σφάγια καὶ θυσίας Πράξ. Ἀποστ. ζ΄, 42, πρβλ. Ἐπιστ. πρ. Ἑβρ. ια΄, 4· τὸ δῶρόν σου Εὐαγγ. κ. Ματθ. ε΄, 24, κτλ. β) ἰδίως ἐπὶ φαγητοῦ καὶ ποτοῦ, θαλλὸν χιμαίραις Σοφ. Ἀποσπ. 445· πρ. ὃ ἂν δέῃ Ἱππ. 881 ἐν τέλ., προβλ. Πλάτ. Χαρμ. 157C, Φαῖδρ. 270Β, [[Πλάτων]] Κωμικ. ἐν «Ἰοῖ» 1, Ἄλεξ. ἐν «Πονήρᾳ» 4, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> [[προσοίσω]], <i>ao.</i> προσήνεγκα, <i>etc.</i><br /><b>I.</b> porter auprès, vers <i>ou</i> contre :<br /><b>1</b> porter vers <i>ou</i> à ; <i>fig.</i> προσφέρειν [[τί]] τινι dire qch à qqn ; τινι λόγον HDT adresser la parole à qqn ; λόγον προσφέρειν [[περί]] τινος THC parler sur qch ; λόγον προσφέρειν [[περί]] τινός τινι THC entrer en pourparlers <i>ou</i> négocier avec qqn au sujet de qch ; προσφέρειν λόγους τινί avec un inf. : tenir des discours pour ; apporter, présenter ; avec un inf. : τινι προσφέρειν ἐμπιεῖν καὶ [[φαγεῖν]] XÉN présenter à qqn à boire et à manger ; τὰ προσφερόμενα, ce que l’on prend (nourriture, aliment, remède) ; <i>avec idée de contrainte</i> δῶρα THC apporter de force, <i>càd</i> livrer des présents ; payer des contributions ; <i>en gén.</i> contribuer pour : ἑκατὸν τάλαντα HDT pour cent talents;<br /><b>2</b> porter contre : χεῖράς τινι XÉN mettre la main sur qqn <i>ou</i> sur qch, <i>càd</i> employer la force ; τινι ἀνάγκην HDT, βίην HDT employer la contrainte <i>ou</i> la force contre qqn ; πόλεμόν τινι HDT porter la guerre contre qqn;<br /><b>II.</b> porter en outre, ajouter : [[μέθυ]] SOPH du vin (à l’eau et au miel d’un sacrifice) ; κακὸν νέον παλαιῷ EUR un mal nouveau à un ancien ; [[τι]] [[πρός]] [[τι]] une chose à une autre;<br /><i>Pass. (ao.</i> προσηνέχθην);<br /><b>I.</b> se porter vers :<br /><b>1</b> s’approcher de, s’avancer vers, <i>avec</i> [[πρός]] et l’acc. ; avec le dat. : τοῖσι Κορινθίοισι HDT aller chez les Corinthiens ; [[εἰς]] λιμένα XÉN entrer dans un port ; <i>avec double construct.</i> ἑτέροισι ὑπερέτῃσι προσφέρεσθαι καὶ πρὸς ἵππον HDT s’avancer vers les autres serviteurs et vers le cheval ; <i>avec idée d’hostilité</i> τινι se jeter sur qqn <i>ou</i> sur qch ; [[πρός]] τινα, s’élancer contre qqn ; <i>abs.</i> τοὺς προσφερομένους δέχεσθαι THC résister à (<i>litt.</i> recevoir) ceux qui s’avancent contre;<br /><b>2</b> <i>avec un suj. de ch.</i> se présenter, se produire : τὰ προσφερόμενα πρήγματα HDT les événements qui se produisent;<br /><b>II.</b> se comporter à l’égard de (qqn) : ἀπὸ [[τοῦ]] ἴσου τινί THC traiter qqn sur un pied d’égalité ; [[πρός]] τινα μετὰ πρᾳότητος ISOCR se conduire à l’égard de qqn avec douceur ; [[ὡς]] φίλοι προσεφέροντο [[ἡμῖν]] XÉN ils se conduisaient à notre égard en amis ; user de, manier : ταῖς ξυμφοραῖς THC, πρὸς τὰ πράγματα THC se comporter (de telle ou telle façon) à l’égard des événements, des affaires;<br /><b>III.</b> se rapprocher de, avoir du rapport avec, être analogue <i>ou</i> semblable : ἔς τινα, à qqn;<br /><i><b>Moy.</b></i> προσφέρομαι (<i>ao.</i> προσηνεγκάμην);<br /><b>I.</b> <i>intr.</i> se comporter;<br /><b>II.</b> <i>tr.</i> <b>1</b> porter à sa bouche, prendre (une boisson, une nourriture) acc.;<br /><b>2</b> produire à l’égard de, <i>càd</i> témoigner ; χάριν τινί DÉM sa reconnaissance envers qqn.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[φέρω]].
}}
}}