Anonymous

συνεπαγωνίζομαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_5)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνεπαγωνίζομαι''': ἀποθ., [[ἐπαγωνίζομαι]] [[ὁμοῦ]], [[συνεπιφέρω]] νέον ἀγῶνα τοῖς γεγονόσι, ἐκτὸς τῶν ἤδη γενομένων, Πολύβ. 3. 118, 6.
|lstext='''συνεπαγωνίζομαι''': ἀποθ., [[ἐπαγωνίζομαι]] [[ὁμοῦ]], [[συνεπιφέρω]] νέον ἀγῶνα τοῖς γεγονόσι, ἐκτὸς τῶν ἤδη γενομένων, Πολύβ. 3. 118, 6.
}}
{{bailly
|btext=être auxiliaire de, venir en aide à, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἐπαγωνίζομαι]].
}}
}}