3,274,216
edits
(6_12) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀκίς''': -ίδος, ἡ, (ἴδε ἐν λ. ἀκή Ι) = [[αἰχμή]], ὀξὺ [[πρᾶγμα]], Ἱππ. 554, 44, «ἀκίδα», «ἀγκίδα», ὁ αὐτ. 1153Ε: τὸ ἔμβολον [[νεώς]], Διόδ. 13. 99. 2) τὰ [[ἑκατέρωθεν]] [[ὀξέα]] [[ἄκρα]] βέλους ἢ ἀγκίστρου, Λατ. cuspis, βέλους, Πλουτ. Δημήτρ. 20., ἀγκίστρου Ἀνθ. Π. 6. 5: ― [[βέλος]], [[ἀκόντιον]], Ἀριστοφ. Εἰρ. 443., Μνησίμ. ἐν «Φιλίππῳ» 1, Ὀππ. Ἁλ. 5.151. 3) μεταφ., [[ἔρως]] ... ἡ φρενῶν [[ἀκίς]], Τιμόθ. Ἄδηλα 2· πόθων ἀκίδες, τὰ κέντρα τῆς ἐπιθυμίας, Ἀνθ. Π. 12. 76: [[ὡσαύτως]] πόνοι δριμεῖς, νυγμοί, Ἀρεταῖος περὶ Αἰτ. Χρον. Παθ. 2. 4. ΙΙ. χειρουργικὸς [[ἐπίδεσμος]], Γαλην. | |lstext='''ἀκίς''': -ίδος, ἡ, (ἴδε ἐν λ. ἀκή Ι) = [[αἰχμή]], ὀξὺ [[πρᾶγμα]], Ἱππ. 554, 44, «ἀκίδα», «ἀγκίδα», ὁ αὐτ. 1153Ε: τὸ ἔμβολον [[νεώς]], Διόδ. 13. 99. 2) τὰ [[ἑκατέρωθεν]] [[ὀξέα]] [[ἄκρα]] βέλους ἢ ἀγκίστρου, Λατ. cuspis, βέλους, Πλουτ. Δημήτρ. 20., ἀγκίστρου Ἀνθ. Π. 6. 5: ― [[βέλος]], [[ἀκόντιον]], Ἀριστοφ. Εἰρ. 443., Μνησίμ. ἐν «Φιλίππῳ» 1, Ὀππ. Ἁλ. 5.151. 3) μεταφ., [[ἔρως]] ... ἡ φρενῶν [[ἀκίς]], Τιμόθ. Ἄδηλα 2· πόθων ἀκίδες, τὰ κέντρα τῆς ἐπιθυμίας, Ἀνθ. Π. 12. 76: [[ὡσαύτως]] πόνοι δριμεῖς, νυγμοί, Ἀρεταῖος περὶ Αἰτ. Χρον. Παθ. 2. 4. ΙΙ. χειρουργικὸς [[ἐπίδεσμος]], Γαλην. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ίδος (ἡ) :<br /><b>1</b> pointe de javelot;<br /><b>2</b> harpon.<br />'''Étymologie:''' R. Ἀκ, être aigu. | |||
}} | }} |