3,277,286
edits
(6_14) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀντακαῖος''': ὁ, [[εἶδος]] μεγάλου ἰχθύος διαιτωμένου [[κυρίως]] ἐν ποταμοῖς, ὡς ἐν τῷ Βορισθένει καὶ τῷ Ἴστρῳ, πιθαν. ὁ [[ὀξύρρυγχος]], κοιν. «μουροῦνα», Λυγκ. ἐν «Κενταύρῳ» 1. 9, Αἰλ. π. Ζ.14. 23. 2) ὡς ἐπίθ., [[τάριχος]] ἀντακαῖον, «χαβιάρι», Ἀντιφάν. ἐν «Παρασίτῳ» 3. | |lstext='''ἀντακαῖος''': ὁ, [[εἶδος]] μεγάλου ἰχθύος διαιτωμένου [[κυρίως]] ἐν ποταμοῖς, ὡς ἐν τῷ Βορισθένει καὶ τῷ Ἴστρῳ, πιθαν. ὁ [[ὀξύρρυγχος]], κοιν. «μουροῦνα», Λυγκ. ἐν «Κενταύρῳ» 1. 9, Αἰλ. π. Ζ.14. 23. 2) ὡς ἐπίθ., [[τάριχος]] ἀντακαῖον, «χαβιάρι», Ἀντιφάν. ἐν «Παρασίτῳ» 3. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />sorte d’esturgeon, <i>poisson</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG prob. emprunt. | |||
}} | }} |