Anonymous

ἀντιδεξιόομαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_5)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιδεξιόομαι''': ἀποθ., δεξιοῦμαι τὸν δεξιούμενόν με, ἀνταποδίδω δεξίωσιν, [[ἀντιχαιρετίζω]] τινὰ Ξεν. Κύρ. 4. 2, 19, Λουκ. [[ὑπὲρ]] τοῦ ἐν Προσαγ. Πταίσμ. 13.
|lstext='''ἀντιδεξιόομαι''': ἀποθ., δεξιοῦμαι τὸν δεξιούμενόν με, ἀνταποδίδω δεξίωσιν, [[ἀντιχαιρετίζω]] τινὰ Ξεν. Κύρ. 4. 2, 19, Λουκ. [[ὑπὲρ]] τοῦ ἐν Προσαγ. Πταίσμ. 13.
}}
{{bailly
|btext=-οῦμαι;<br />saluer (<i>litt.</i> tendre la main droite) à son tour, acc..<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[δεξιόομαι]].
}}
}}