3,277,020
edits
(6_11) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παρασῑτῐκός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς παράσιτον· - ἡ παρασιτικὴ (ἐξυπακ. [[τέχνη]]), τὸ [[ἐπάγγελμα]] τοῦ παρασίτου, τὸ σιτεῖσθαι ἐκ τῆς τραπέζης ἑτέρου, Λουκ. Παράσ. 4, Ἀθήν. 240Β· πρβλ. τὸ ἑπόμ. | |lstext='''παρασῑτῐκός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς παράσιτον· - ἡ παρασιτικὴ (ἐξυπακ. [[τέχνη]]), τὸ [[ἐπάγγελμα]] τοῦ παρασίτου, τὸ σιτεῖσθαι ἐκ τῆς τραπέζης ἑτέρου, Λουκ. Παράσ. 4, Ἀθήν. 240Β· πρβλ. τὸ ἑπόμ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ός, όν :<br />qui concerne les parasites <i>ou</i> le métier de parasite.<br />'''Étymologie:''' [[παράσιτος]]. | |||
}} | }} |