Anonymous

χοίρινος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_10)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χοίρῐνος''': -η, -ον, = [[χοίρειος]], ὁ πεποιημένος ἐκ δέρματος χοίρου, ἀσπὶς Λουκ. πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 23.
|lstext='''χοίρῐνος''': -η, -ον, = [[χοίρειος]], ὁ πεποιημένος ἐκ δέρματος χοίρου, ἀσπὶς Λουκ. πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 23.
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br />de cochon, de porc ; ἡ [[χοιρίνη]] ([[δορά]]) couenne de porc.<br />'''Étymologie:''' [[χοῖρος]].
}}
}}