3,274,313
edits
(6_9) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὐμάθεια''': ἡ, [[εὐκολία]] εἰς τὸ μανθάνειν, [[εὐαγωγία]], εὐπείθεια, Πλάτ. Πολ. 490C· ὁ [[Πλάτων]] μεταχειρίζεται [[ὡσαύτως]] καὶ τὸν ποιητικὸν τύπον [[εὐμαθία]], Πλάτ. ἐν Χαρμ. 159Ε, ἐν Μένωνι 88Α· Ἰων. ίη, Ἀνθ. Π. 6. 325, κ. ἀλλ. ΙΙ. τὸ εὐνόητον πράγματός τινος, Ἐκκλ. | |lstext='''εὐμάθεια''': ἡ, [[εὐκολία]] εἰς τὸ μανθάνειν, [[εὐαγωγία]], εὐπείθεια, Πλάτ. Πολ. 490C· ὁ [[Πλάτων]] μεταχειρίζεται [[ὡσαύτως]] καὶ τὸν ποιητικὸν τύπον [[εὐμαθία]], Πλάτ. ἐν Χαρμ. 159Ε, ἐν Μένωνι 88Α· Ἰων. ίη, Ἀνθ. Π. 6. 325, κ. ἀλλ. ΙΙ. τὸ εὐνόητον πράγματός τινος, Ἐκκλ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />facilité à apprendre, docilité.<br />'''Étymologie:''' [[εὐμαθής]]. | |||
}} | }} |