Anonymous

κρατύς: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_22)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κρᾰτύς''': ῠ, εως, ὁ, ὡς τὸ [[κρατερός]], [[ἰσχυρός]], [[δυνατός]], παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ὡς ἐπίθ. τοῦ Ἑρμοῦ, κρατὺς [[Ἀργειφόντης]] Ἰλ. Π. 181., Ω. 345, Ὀδ. Ε. 49· πρβλ. [[κράτιστος]].
|lstext='''κρᾰτύς''': ῠ, εως, ὁ, ὡς τὸ [[κρατερός]], [[ἰσχυρός]], [[δυνατός]], παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ὡς ἐπίθ. τοῦ Ἑρμοῦ, κρατὺς [[Ἀργειφόντης]] Ἰλ. Π. 181., Ω. 345, Ὀδ. Ε. 49· πρβλ. [[κράτιστος]].
}}
{{bailly
|btext=<i>adj. m.</i><br /><i>seul. nomin.</i><br />fort, puissant.<br />'''Étymologie:''' [[κράτος]].
}}
}}