Anonymous

καλιά: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_23)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κᾰλιά''': Ἰων. καλιή, ἡ, ξυλίνη [[κατοικία]], [[καλύβη]], Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 372, 501, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 170, Δ. 1095· ἰδίως [[ἀποθήκη]], [[σιτοβολών]], Ἠσυχ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 299, 305· φωλεὰ πτηνοῦ, Θεόκρ. 29. 12, Ψευδο-Φωκυλ. 79, Λουκ. π. τῆς Συρ. Θεοῦ 29, κτλ.· - [[ὡσαύτως]], [[ξύλινος]] σηκὸς περιέχων [[ἄγαλμα]] θεοῦ, ἢ [[σπήλαιον]], Πανός… καλιή Ἀνθ. Π. 6. 253. - Καθ’ Ἡσύχ.: «καλιαί· νοσσιαὶ ἐκ ξύλων. καὶ ξύλινά τινα περιέχοντα ἀγαλμάτια εἰδώλων. δηλοῖ δὲ καὶ σκηνὴν (ἤ) οἰκίαν». Πρβλ. [[καλιός]]. ῑ παρ’ Ἡσ., κλ.· ἀλλὰ ῐ παρὰ Θεοκρ. καὶ Ψευδο-Φωκυλ..
|lstext='''κᾰλιά''': Ἰων. καλιή, ἡ, ξυλίνη [[κατοικία]], [[καλύβη]], Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 372, 501, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 170, Δ. 1095· ἰδίως [[ἀποθήκη]], [[σιτοβολών]], Ἠσυχ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 299, 305· φωλεὰ πτηνοῦ, Θεόκρ. 29. 12, Ψευδο-Φωκυλ. 79, Λουκ. π. τῆς Συρ. Θεοῦ 29, κτλ.· - [[ὡσαύτως]], [[ξύλινος]] σηκὸς περιέχων [[ἄγαλμα]] θεοῦ, ἢ [[σπήλαιον]], Πανός… καλιή Ἀνθ. Π. 6. 253. - Καθ’ Ἡσύχ.: «καλιαί· νοσσιαὶ ἐκ ξύλων. καὶ ξύλινά τινα περιέχοντα ἀγαλμάτια εἰδώλων. δηλοῖ δὲ καὶ σκηνὴν (ἤ) οἰκίαν». Πρβλ. [[καλιός]]. ῑ παρ’ Ἡσ., κλ.· ἀλλὰ ῐ παρὰ Θεοκρ. καὶ Ψευδο-Φωκυλ..
}}
{{bailly
|btext=ᾶς (ἡ) :<br /><b>1</b> cabane, hutte;<br /><b>2</b> grenier;<br /><b>3</b> nid d’oiseau.<br />'''Étymologie:''' DELG pê apparenté à [[καλύπτω]].
}}
}}