Anonymous

παμφαίνω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_2)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παμφαίνω''': [[λάμπω]], [[στίλβω]], [[ἀστράπτω]], ἐπὶ ἐστιλβωμένου μετάλλου (ἴδε [[παμφανόων]]), ἧλοι χρύσειοι πάμφαινον Ἰλ. Λ. 30· [[σάκος]] χαλκῷ παμφαῖνον Ξ. 11· τεύχεσι παμφαίνων, ἐπὶ τοῦ Ἀχιλλέως, Τ. 398· - [[ὡσαύτως]] ἐπὶ ἀστέρος, [[ὅστε]] [[μάλιστα]] λαμπρὸν παμφαίνησι ἢ -ῃσι (Ἐπικ. ἀντὶ παμφαίνει ἢ -ῃ) Ε. 6· πρῶτον παμφαίνων, ἐπὶ ἀνατέλλοντος ἀστέρος, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 565· στήθεσι παμφαίνοντες, ἔχοντες τὰ στήθη ἀπαστράπτοντα ἐκ τῆς λευκότητος, Ἰλ. Λ. 100. (Τύπος [[μετὰ]] ποιητ. ἀναδιπλ. τοῦ [[φαίνω]], πρβλ. [[βαμβαίνω]], [[παιφάσσω]], [[παφλάζω]], [[παιπάλη]] καὶ [[πασπάλη]], κτλ.)
|lstext='''παμφαίνω''': [[λάμπω]], [[στίλβω]], [[ἀστράπτω]], ἐπὶ ἐστιλβωμένου μετάλλου (ἴδε [[παμφανόων]]), ἧλοι χρύσειοι πάμφαινον Ἰλ. Λ. 30· [[σάκος]] χαλκῷ παμφαῖνον Ξ. 11· τεύχεσι παμφαίνων, ἐπὶ τοῦ Ἀχιλλέως, Τ. 398· - [[ὡσαύτως]] ἐπὶ ἀστέρος, [[ὅστε]] [[μάλιστα]] λαμπρὸν παμφαίνησι ἢ -ῃσι (Ἐπικ. ἀντὶ παμφαίνει ἢ -ῃ) Ε. 6· πρῶτον παμφαίνων, ἐπὶ ἀνατέλλοντος ἀστέρος, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 565· στήθεσι παμφαίνοντες, ἔχοντες τὰ στήθη ἀπαστράπτοντα ἐκ τῆς λευκότητος, Ἰλ. Λ. 100. (Τύπος [[μετὰ]] ποιητ. ἀναδιπλ. τοῦ [[φαίνω]], πρβλ. [[βαμβαίνω]], [[παιφάσσω]], [[παφλάζω]], [[παιπάλη]] καὶ [[πασπάλη]], κτλ.)
}}
{{bailly
|btext=<i>seul. prés. et impf.</i><br />être tout brillant.<br />'''Étymologie:''' [[πᾶν]], [[φαίνω]], <i>ou</i> pê rad. φαν redoublé.
}}
}}