3,277,172
edits
(6_4) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φιᾰρός''': -ά, -όν, [[λέξις]] ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Ἀλεξανδρίνοις ποιηταῖς, [[λαμπρός]], λάμπων, ἐπὶ τῆς ἕω, φιαρὴ [[τῆμος]] ἀνέσχεν ἕως Καλλ. Ἀποσπ. 257· αἴγλῃσι φιαρῇσι Μάξ. Περὶ Καταρχ. 594· ἀκολούθως [[καθόλου]], [[λαμπρός]], [[ζωηρός]], ἐπὶ νεαρᾶς κόρης, φιαρωτέρα ὄμφακος ὠμᾶς Θεόκρ. 11. 21· ἐπὶ ἰχθύος, [[λιπαρός]], ὁ γὰρ φιαρώτατος ἄλλων ὁ αὐτ. 31. 4· φιαρὸν [[δέμας]] Μάξιμ. Περὶ Καταρχ. 443· ἐπὶ πτηνοῦ, παχύ, Νικ. Ἀλεξιφ. 387· ἐπὶ τοῦ ἄνθους τοῦ γάλακτος, «κρέμας», φιαρήν... γρῆϋν, τὸν πεπηγότα ἀφρὸν τὸν ἐπὶ τοῦ γάλακτος γινόμενον, Τουρκ. «καϊμάκι», [[αὐτόθι]] 91. ([[Κατὰ]] τὸν Μ. Müller ἐκ τῆς √ΠΙ, ὡς εἰ ὁ ἀρχικ. [[τύπος]] ἦν πιF-αρός, πρβλ. Σανσκρ. piv-aras (pinguis), ἀλλ’ ὁ Curt. ἀμφιβάλλει περὶ τῆς μεταβολῆς ταύτης ὡς καὶ ἐν τῇ λέξ. [[φιάλη]], σ. 498). | |lstext='''φιᾰρός''': -ά, -όν, [[λέξις]] ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Ἀλεξανδρίνοις ποιηταῖς, [[λαμπρός]], λάμπων, ἐπὶ τῆς ἕω, φιαρὴ [[τῆμος]] ἀνέσχεν ἕως Καλλ. Ἀποσπ. 257· αἴγλῃσι φιαρῇσι Μάξ. Περὶ Καταρχ. 594· ἀκολούθως [[καθόλου]], [[λαμπρός]], [[ζωηρός]], ἐπὶ νεαρᾶς κόρης, φιαρωτέρα ὄμφακος ὠμᾶς Θεόκρ. 11. 21· ἐπὶ ἰχθύος, [[λιπαρός]], ὁ γὰρ φιαρώτατος ἄλλων ὁ αὐτ. 31. 4· φιαρὸν [[δέμας]] Μάξιμ. Περὶ Καταρχ. 443· ἐπὶ πτηνοῦ, παχύ, Νικ. Ἀλεξιφ. 387· ἐπὶ τοῦ ἄνθους τοῦ γάλακτος, «κρέμας», φιαρήν... γρῆϋν, τὸν πεπηγότα ἀφρὸν τὸν ἐπὶ τοῦ γάλακτος γινόμενον, Τουρκ. «καϊμάκι», [[αὐτόθι]] 91. ([[Κατὰ]] τὸν Μ. Müller ἐκ τῆς √ΠΙ, ὡς εἰ ὁ ἀρχικ. [[τύπος]] ἦν πιF-αρός, πρβλ. Σανσκρ. piv-aras (pinguis), ἀλλ’ ὁ Curt. ἀμφιβάλλει περὶ τῆς μεταβολῆς ταύτης ὡς καὶ ἐν τῇ λέξ. [[φιάλη]], σ. 498). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ά, όν :<br /><b>1</b> brillant de force et de santé, luisant d’embonpoint ; <i>p. ext.</i> gras;<br /><b>2</b> brillant <i>en parl. de la peau qui se forme sur le lait</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πῖαρ]]. | |||
}} | }} |