3,274,921
edits
(6_15) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἱππόδρομος''': ὁ, ὁδὸς δι’ ἅρματα, [[λεῖος]] δ’ ἱππ. ἀμφὶς Ἰλ. Ψ. 330. 2) τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] ἐτελοῦντο ἀγῶνες ἱππικοὶ καὶ ἁρματηλασίας, ἱπποδρόμιον, Λατ. curriculum, Πλάτ. Κριτίας 117C, Δημ. 1155. 9· - περὶ τοῦ Ὀλυμπιακοῦ ἱπποδρόμου ἴδε Παυσ. 6. 20, 10 κἑξ.· - κατὰ κωμικὴν μεταφ., [[ἱππόδρομος]] οὗτός ἐστί σοι μαγειρικῆς Ποσείδιππος ἐν «Χορευούσαις» 1. 23. ΙΙ. ἱπποδρόμος, ὁ, ἱπποδρόμοι ψιλοί, ἐλαφρὸν ἱππικόν, Ἡρόδ. 7. 158. | |lstext='''ἱππόδρομος''': ὁ, ὁδὸς δι’ ἅρματα, [[λεῖος]] δ’ ἱππ. ἀμφὶς Ἰλ. Ψ. 330. 2) τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] ἐτελοῦντο ἀγῶνες ἱππικοὶ καὶ ἁρματηλασίας, ἱπποδρόμιον, Λατ. curriculum, Πλάτ. Κριτίας 117C, Δημ. 1155. 9· - περὶ τοῦ Ὀλυμπιακοῦ ἱπποδρόμου ἴδε Παυσ. 6. 20, 10 κἑξ.· - κατὰ κωμικὴν μεταφ., [[ἱππόδρομος]] οὗτός ἐστί σοι μαγειρικῆς Ποσείδιππος ἐν «Χορευούσαις» 1. 23. ΙΙ. ἱπποδρόμος, ὁ, ἱπποδρόμοι ψιλοί, ἐλαφρὸν ἱππικόν, Ἡρόδ. 7. 158. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />hippodrome, <i>lieu pour les courses de chevaux ou de chars</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἵππος]], [[δραμεῖν]]. | |||
}} | }} |