3,274,447
edits
(6_19) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αὐτοσχεδιαστής''': -οῦ, ὁ, ὁ ἐκ τοῦ προχείρου πράττων ἤ ὁμιλῶν καὶ ἑπομ., ἀρχάριος, [[ἀνεπιτήδειος]], [[τεχνίτης]] Ξεν. Πολ. Λακ. 13, 5. | |lstext='''αὐτοσχεδιαστής''': -οῦ, ὁ, ὁ ἐκ τοῦ προχείρου πράττων ἤ ὁμιλῶν καὶ ἑπομ., ἀρχάριος, [[ἀνεπιτήδειος]], [[τεχνίτης]] Ξεν. Πολ. Λακ. 13, 5. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦ (ὁ) :<br />qui s’occupe de qch sans y être préparé.<br />'''Étymologie:''' [[αὐτοσχεδιάζω]].<br /><i><b>Ant.</b></i> [[τεχνίτης]]. | |||
}} | }} |