3,277,300
edits
(6_2) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὀροφόω''': [[καλύπτω]] δι’ ὀροφῆς, [[στεγάζω]], Φίλων περὶ τῶν ἑπτὰ Θαυμ. 1· - Παθητ., καλύπτομαι δι’ ὀροφῆς, στεγάζομαι, δοκοῖς Πλούτ. 2. 210D· φατνώμασι Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 5. 5, 2. | |lstext='''ὀροφόω''': [[καλύπτω]] δι’ ὀροφῆς, [[στεγάζω]], Φίλων περὶ τῶν ἑπτὰ Θαυμ. 1· - Παθητ., καλύπτομαι δι’ ὀροφῆς, στεγάζομαι, δοκοῖς Πλούτ. 2. 210D· φατνώμασι Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 5. 5, 2. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br />couvrir d’un toit.<br />'''Étymologie:''' [[ὄροφος]]. | |||
}} | }} |