Anonymous

ἀπέλεθρος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_16)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπέλεθρος''': -ον, [[ἀμέτρητος]], [[μέγας]], ἶν’ ἀπέλεθρον ἔχοντας, «δύναμιν ἀμέτρητον» (Σχόλ.), Ἰλ. Ε. 245, Ὀδ. Ι. 538· ἀπέλεθρον ἀνέδραμε, ἀνετινάχθη [[ὀπίσω]] εἰς μεγάλην ἀπόστασιν, Ἰλ. Λ. 354.
|lstext='''ἀπέλεθρος''': -ον, [[ἀμέτρητος]], [[μέγας]], ἶν’ ἀπέλεθρον ἔχοντας, «δύναμιν ἀμέτρητον» (Σχόλ.), Ἰλ. Ε. 245, Ὀδ. Ι. 538· ἀπέλεθρον ἀνέδραμε, ἀνετινάχθη [[ὀπίσω]] εἰς μεγάλην ἀπόστασιν, Ἰλ. Λ. 354.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />immense ; <i>adv.</i> • ἀπέλεθρον IL au loin.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[πέλεθρον]].
}}
}}