Anonymous

ἀστερίζω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_13a)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀστερίζω''': μέλλ. -ίσω, [[μεταβάλλω]] εἰς ἀστέρα, Ἀναξαγόρας τὸν περικείμενον αἰθέρα... ἀναρπάζοντα πέτρους ἐκ τῆς γῆς καὶ καταφλέξαντα τούτους ἠστερικέναι Πλούτ. 2. 888C. ΙΙ. σημειώνω, [[στίζω]] δι’ ἀστέρων, ἐπὶ τῆς κατὰ τὴν τοιαύτην ὑπόθεσιν ἀστεριζομένης ἡμῖν σφαίρας Πτολ. Γεωγρ. 8. 2, 3.
|lstext='''ἀστερίζω''': μέλλ. -ίσω, [[μεταβάλλω]] εἰς ἀστέρα, Ἀναξαγόρας τὸν περικείμενον αἰθέρα... ἀναρπάζοντα πέτρους ἐκ τῆς γῆς καὶ καταφλέξαντα τούτους ἠστερικέναι Πλούτ. 2. 888C. ΙΙ. σημειώνω, [[στίζω]] δι’ ἀστέρων, ἐπὶ τῆς κατὰ τὴν τοιαύτην ὑπόθεσιν ἀστεριζομένης ἡμῖν σφαίρας Πτολ. Γεωγρ. 8. 2, 3.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> ἀστερίσω, <i>att.</i> ἀστεριῶ;<br />changer en constellation.<br />'''Étymologie:''' [[ἀστήρ]].
}}
}}