Anonymous

ἄχρηστος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_16)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄχρηστος''': -ον, [[ἀνωφελής]], [[μετάνοια]] Βατραχομ. 70· [[νῆες]] Ἡρόδ. 1. 166· ἄχρ. ὁ [[ὀφθαλμός]] γίνεται Ἱππ. Προρρ. 102· οὐκ ἄχρ. ἥδ’ ἡ [[ἄνοια]] Θουκ. 6. 16· χρεομένῳ ἄχρηστα Ἱππ.π. Ἄρθρ. 791 ἄχρ. πίπτει θέσφατον, [[ἄνευ]] ἀποτελέσματος, Εὐρ. Ι. Τ. 121: - ἄχρ. ἔς τι ἤ [[πρός]] τι, [[κατάλληλος]] [[πρός]] τι, Ἡρόδ. 9. 142, Λυκοῦργος 154· 33· [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] γεν. πράγματος, ἄχρ. τῶν ἔργων Ἀριστ. Οἰκ. 1. 6, 9· ἄχρ. τινι, [[ἀνωφελής]] εἴς τινα, Ἡρόδ. 1. 80. Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 4· οὐκ ἄχρηστόν ἐστι, μετ’ ἀπαρεμ..., Ἀριστ. Κατηγ. 7, ἐν τέλ. 2) ἀκριβῶς ὅμοιον τῷ [[ἀχρεῖος]] ([[ὅπερ]] καὶ σχεδὸν ἀντικατέστησε παρὰ τοῖς ῥήτορσι καὶ τοῖς μεταγεν.), ἐπὶ ἀνθρώπων μηδὲν ποιούντων, ἄχρ. πολῖται Ἰσαῖος 67. 15 σοφισταί Λυσ. 212. 11, κτλ.· οὕτω ([[μετὰ]] λογοπαιγνίου,ὁ μὴ λαβὼν χρησμὸν) παρ’ Ἀθην. 98C: - Ἐπίρρ., ἀχρήστως ἔχειν [[πρός]] τι Δημ. 1414. 5. ΙΙ. [[οὐχί]] [[χρηστός]], [[δυσμενής]], [[χαλεπός]], θεοί Ἡρόδ. 8. 111· [[λόγος]] ὁ αὐτ. 9. 111. ΙΙΙ. ἐνεργ., ὁ μὴ ποιῶν χρῆσὶν τινος, [[μετὰ]] δοτ. (ὡς τὸ [[χράομαι]]), συνέσει τ’ ἄχρηστον τῇ φύσει τε λείπεται Εὐρ. Τρῳ. 667. IV. ὅν δὲν μετεχειρίσθη τις, [[ἀμεταχείριστος]], [[νέος]], ἱμάτια Λουκ. Λεξιφ. 9, Ἀθήν. 97Ε. 2) ἀπηρχαιωμένος, [[ἄχρηστος]], ἐπὶ λέξεων κ.τ.τ. Γραμμ. 3) ὅν δὲν πρέπει νὰ μεταχειρισθῇ τις, [[ἀπρεπής]], Ἐτυμ. Μ. 463. 23· πρβλ. [[ἀχρηστολογέω]].
|lstext='''ἄχρηστος''': -ον, [[ἀνωφελής]], [[μετάνοια]] Βατραχομ. 70· [[νῆες]] Ἡρόδ. 1. 166· ἄχρ. ὁ [[ὀφθαλμός]] γίνεται Ἱππ. Προρρ. 102· οὐκ ἄχρ. ἥδ’ ἡ [[ἄνοια]] Θουκ. 6. 16· χρεομένῳ ἄχρηστα Ἱππ.π. Ἄρθρ. 791 ἄχρ. πίπτει θέσφατον, [[ἄνευ]] ἀποτελέσματος, Εὐρ. Ι. Τ. 121: - ἄχρ. ἔς τι ἤ [[πρός]] τι, [[κατάλληλος]] [[πρός]] τι, Ἡρόδ. 9. 142, Λυκοῦργος 154· 33· [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] γεν. πράγματος, ἄχρ. τῶν ἔργων Ἀριστ. Οἰκ. 1. 6, 9· ἄχρ. τινι, [[ἀνωφελής]] εἴς τινα, Ἡρόδ. 1. 80. Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 4· οὐκ ἄχρηστόν ἐστι, μετ’ ἀπαρεμ..., Ἀριστ. Κατηγ. 7, ἐν τέλ. 2) ἀκριβῶς ὅμοιον τῷ [[ἀχρεῖος]] ([[ὅπερ]] καὶ σχεδὸν ἀντικατέστησε παρὰ τοῖς ῥήτορσι καὶ τοῖς μεταγεν.), ἐπὶ ἀνθρώπων μηδὲν ποιούντων, ἄχρ. πολῖται Ἰσαῖος 67. 15 σοφισταί Λυσ. 212. 11, κτλ.· οὕτω ([[μετὰ]] λογοπαιγνίου,ὁ μὴ λαβὼν χρησμὸν) παρ’ Ἀθην. 98C: - Ἐπίρρ., ἀχρήστως ἔχειν [[πρός]] τι Δημ. 1414. 5. ΙΙ. [[οὐχί]] [[χρηστός]], [[δυσμενής]], [[χαλεπός]], θεοί Ἡρόδ. 8. 111· [[λόγος]] ὁ αὐτ. 9. 111. ΙΙΙ. ἐνεργ., ὁ μὴ ποιῶν χρῆσὶν τινος, [[μετὰ]] δοτ. (ὡς τὸ [[χράομαι]]), συνέσει τ’ ἄχρηστον τῇ φύσει τε λείπεται Εὐρ. Τρῳ. 667. IV. ὅν δὲν μετεχειρίσθη τις, [[ἀμεταχείριστος]], [[νέος]], ἱμάτια Λουκ. Λεξιφ. 9, Ἀθήν. 97Ε. 2) ἀπηρχαιωμένος, [[ἄχρηστος]], ἐπὶ λέξεων κ.τ.τ. Γραμμ. 3) ὅν δὲν πρέπει νὰ μεταχειρισθῇ τις, [[ἀπρεπής]], Ἐτυμ. Μ. 463. 23· πρβλ. [[ἀχρηστολογέω]].
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>I.</b> dont on ne peut pas se servir, <i>càd</i> :<br /><b>1</b> inutile ; ἔς [[τι]] HDT pour qch ; τινι HDT pour qqn ; <i>en parl. de pers.</i> inutile, oisif, qui n’est bon à rien;<br /><b>2</b> nuisible, mauvais, funeste;<br /><b>II.</b> non réalisé, sans effet (oracle);<br /><i>Cp.</i> ἀχρηστότερος, <i>Sp.</i> ἀχρηστότατος.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[χράομαι]].
}}
}}