3,277,119
edits
(6_13a) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαλέγω''': μέλλ. -ξω, συλλέγων [[διαχωρίζω]], [[ἐκλέγω]], Ἡροδ. 8. 107, 113, Ξεν. Οἰκ. 8, 9, κτλ· πάντα εἰς ἓν χωνεύσει καὶ εἰς καθαρὸν διαλέξει Χρησμ. Σίβυλλ. 2. 213., 3. 87., 8. 412· - [[διακρίνω]], Πλάτ. Νόμ. 735Β. ΙΙ. διαλέγων τὴν ὀπήν, ἀνερευνῶν, προσπαθῶν νὰ ἀνεύρῃ ἀνοικτὴν τὴν ὀπήν, [[ὅπως]] δραπετεύσῃ, Ἀριστ. Λυσ. 720. Β. ὡς ἀποθ., διαλέγομαι· μέλλ. διαλέξομαι Ἰσοκρ. 233D, 255Ε, κτλ· [[ὡσαύτως]] -λεχθήσομαι ὁ αὐτ. 195C, Δημ. 311. 99· ἀόρ. διελεξάμην Ὅμ., Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 321· [[ὡσαύτως]] διελέχθην Ἡρόδ., Ἀττ.· σπανίως ἀόρ. β΄ διαλεγῆναι Ἀριστ. Τοπ. 7. 5. 2., 8. 3. 6, γ’ πληθ. διέλεγεν Συλλ. Ἐπιγρ. 3052.10., 3656. 7· διείλεγμαι Πλάτ. Θεαίτ. 158C, Ἰσοκρ.· ὑπερσυντ. διείλεκτο Δημ. 553. 11 (ἀλλὰ [[μετὰ]] παθ. σημας., Λυσ. 114. 36)· πρβλ. [[προδιαλέγω]]. Συνδιαλέγομαι [[πρός]] τινα, συσκέπτομαι μετά τινος, συνομιλῶ, [[μετὰ]] δοτ. προς., μοι [[ταῦτα]] φίλος διελέξατο θυμὸς Ἰλ. Λ. 407· πρβλ Ἀρχίλ. 74, Ἡρόδ. 3. 50. 51, Ἀριστοφ. Νεφ. 425, κτλ.· [[πρός]] τινα Πλάτ. Πολιτ. 272D, κτλ.· δ. τί τινι ἢ [[πρός]] τινα, συζητῶ ὑπόθεσίν τινα μεθ’ ἑτέρου, Ξεν. Ἀπομν. 1. 6, 1., 2. 10. 1· δ. ὅρους, πράγματα Ἀριστ. Ἀν. Ὑστ. 2. 7, 5, κτλ.· δ. [[περί]] τινος Ἰσοκρ. 28Β, Δημ. 506. 21· τινι [[περί]] τινος Θουκ. 8. 93· δ. τινι μὴ ποιεῖν, συνομιλῶν πειρῶμαι νὰ πείσω νὰ μὴ ..., ὁ αὐτ. 5. 59· εἰ τοῦτο τὸ [[ῥῆμα]] καὶ μὴ τουτὶ διελέχθην ἐγὼ Δημ. 305.5· οἱ νόμοι οὐδὲν τούτῳ δ., δὲν ἔχουσι νὰ εἴπωσί τι πρὸς αὐτόν, δὲν ἀναφέρονται εἰς αὐτόν, ὁ αὐτ. 1070. 4, πρβλ. Αἰσχίν. 3. 27· δ. [[πρός]] τι, [[ὑποστηρίζω]] τι συνομιλῶν, Ἀριστ. Ἀν. Πρ. 1. 43· ἢ [[κατακρίνω]] τι, ὁ αὐτ. Φυς. 1. 2, 3· - ἀπολ., ἐξηγοῦμαι, [[διασκέπτομαι]] καὶ [[λέγω]] τὰς σκέψεις μου, συζητῶ, [[ἐξετάζω]], Ξεν. Ἀπομν. 4. 5, 12, Ἰσοκρ. 104C, κτλ., συχνὸν παρὰ Πλάτ.· [[οὔτε]] φωνεῖ [[οὔτε]] δ. Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 4. 9, 3· - τὸ ἐνεργ. μεταχειρίζεται [[οὕτως]] ὁ Ἕρμιππ. ἐν Κερκ. 5. 2) ἐπὶ τῆς διαλεκτικῆς μεθόδου τῶν Σωκρατικῶν, καθ’ ἣν τὰ συμπεράσματα δὲν συνήγοντο ὑπ’ [[αὐτοῦ]] τοῦ ὁμιλοῦντος, ἀλλὰ διὰ συζητήσεως δι’ ἐρωτήσεως καὶ ἀποκρίσεως, οὐκ ἐρίζειν ἀλλὰ δ. Πλάτ. Πολ. 454Α, πρβλ. 511C, Θεαίτ. 167Ε, κτλ., καὶ ἴδε τὴν λ. [[διαλεκτικός]]. 3) μεταχειρίζομαι διάλεκτόν τινα ἢ γλῶσσαν, Ἡρόδ. 1. 142, πρβλ. Πολύβ. 1. 80, 6· [[γράφω]] εἰς τὸ πεζόν, κατ’ ἀντίθ. πρὸς τὸ γράφειν ποιήματα, Διον. Ἁλ. π. Συνθέσ. 20, ἐν τέλ. 4) παρ’ Ἀττ. κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ [[συνουσιάζω]], συνευρίσκομαι, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 890, Πλούτ. 1082. | |lstext='''διαλέγω''': μέλλ. -ξω, συλλέγων [[διαχωρίζω]], [[ἐκλέγω]], Ἡροδ. 8. 107, 113, Ξεν. Οἰκ. 8, 9, κτλ· πάντα εἰς ἓν χωνεύσει καὶ εἰς καθαρὸν διαλέξει Χρησμ. Σίβυλλ. 2. 213., 3. 87., 8. 412· - [[διακρίνω]], Πλάτ. Νόμ. 735Β. ΙΙ. διαλέγων τὴν ὀπήν, ἀνερευνῶν, προσπαθῶν νὰ ἀνεύρῃ ἀνοικτὴν τὴν ὀπήν, [[ὅπως]] δραπετεύσῃ, Ἀριστ. Λυσ. 720. Β. ὡς ἀποθ., διαλέγομαι· μέλλ. διαλέξομαι Ἰσοκρ. 233D, 255Ε, κτλ· [[ὡσαύτως]] -λεχθήσομαι ὁ αὐτ. 195C, Δημ. 311. 99· ἀόρ. διελεξάμην Ὅμ., Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 321· [[ὡσαύτως]] διελέχθην Ἡρόδ., Ἀττ.· σπανίως ἀόρ. β΄ διαλεγῆναι Ἀριστ. Τοπ. 7. 5. 2., 8. 3. 6, γ’ πληθ. διέλεγεν Συλλ. Ἐπιγρ. 3052.10., 3656. 7· διείλεγμαι Πλάτ. Θεαίτ. 158C, Ἰσοκρ.· ὑπερσυντ. διείλεκτο Δημ. 553. 11 (ἀλλὰ [[μετὰ]] παθ. σημας., Λυσ. 114. 36)· πρβλ. [[προδιαλέγω]]. Συνδιαλέγομαι [[πρός]] τινα, συσκέπτομαι μετά τινος, συνομιλῶ, [[μετὰ]] δοτ. προς., μοι [[ταῦτα]] φίλος διελέξατο θυμὸς Ἰλ. Λ. 407· πρβλ Ἀρχίλ. 74, Ἡρόδ. 3. 50. 51, Ἀριστοφ. Νεφ. 425, κτλ.· [[πρός]] τινα Πλάτ. Πολιτ. 272D, κτλ.· δ. τί τινι ἢ [[πρός]] τινα, συζητῶ ὑπόθεσίν τινα μεθ’ ἑτέρου, Ξεν. Ἀπομν. 1. 6, 1., 2. 10. 1· δ. ὅρους, πράγματα Ἀριστ. Ἀν. Ὑστ. 2. 7, 5, κτλ.· δ. [[περί]] τινος Ἰσοκρ. 28Β, Δημ. 506. 21· τινι [[περί]] τινος Θουκ. 8. 93· δ. τινι μὴ ποιεῖν, συνομιλῶν πειρῶμαι νὰ πείσω νὰ μὴ ..., ὁ αὐτ. 5. 59· εἰ τοῦτο τὸ [[ῥῆμα]] καὶ μὴ τουτὶ διελέχθην ἐγὼ Δημ. 305.5· οἱ νόμοι οὐδὲν τούτῳ δ., δὲν ἔχουσι νὰ εἴπωσί τι πρὸς αὐτόν, δὲν ἀναφέρονται εἰς αὐτόν, ὁ αὐτ. 1070. 4, πρβλ. Αἰσχίν. 3. 27· δ. [[πρός]] τι, [[ὑποστηρίζω]] τι συνομιλῶν, Ἀριστ. Ἀν. Πρ. 1. 43· ἢ [[κατακρίνω]] τι, ὁ αὐτ. Φυς. 1. 2, 3· - ἀπολ., ἐξηγοῦμαι, [[διασκέπτομαι]] καὶ [[λέγω]] τὰς σκέψεις μου, συζητῶ, [[ἐξετάζω]], Ξεν. Ἀπομν. 4. 5, 12, Ἰσοκρ. 104C, κτλ., συχνὸν παρὰ Πλάτ.· [[οὔτε]] φωνεῖ [[οὔτε]] δ. Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 4. 9, 3· - τὸ ἐνεργ. μεταχειρίζεται [[οὕτως]] ὁ Ἕρμιππ. ἐν Κερκ. 5. 2) ἐπὶ τῆς διαλεκτικῆς μεθόδου τῶν Σωκρατικῶν, καθ’ ἣν τὰ συμπεράσματα δὲν συνήγοντο ὑπ’ [[αὐτοῦ]] τοῦ ὁμιλοῦντος, ἀλλὰ διὰ συζητήσεως δι’ ἐρωτήσεως καὶ ἀποκρίσεως, οὐκ ἐρίζειν ἀλλὰ δ. Πλάτ. Πολ. 454Α, πρβλ. 511C, Θεαίτ. 167Ε, κτλ., καὶ ἴδε τὴν λ. [[διαλεκτικός]]. 3) μεταχειρίζομαι διάλεκτόν τινα ἢ γλῶσσαν, Ἡρόδ. 1. 142, πρβλ. Πολύβ. 1. 80, 6· [[γράφω]] εἰς τὸ πεζόν, κατ’ ἀντίθ. πρὸς τὸ γράφειν ποιήματα, Διον. Ἁλ. π. Συνθέσ. 20, ἐν τέλ. 4) παρ’ Ἀττ. κατ’ εὐφημισμὸν ἀντὶ [[συνουσιάζω]], συνευρίσκομαι, Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 890, Πλούτ. 1082. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>f.</i> διαλέξω, <i>etc.</i><br />mettre à part, choisir, trier;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[διαλέγομαι]] (<i>f.</i> διαλέξομαι <i>ou</i> διαλεχθήσομαι, <i>ao.</i> διελεξάμην <i>ou</i> διελέχθην, <i>pf.</i> [[διείλεγμαι]], <i>pqp.</i> διειλέγμην);<br /><b>1</b> converser, s’entretenir avec : [[τίη]] μοι [[ταῦτα]] [[φίλος]] διελέξατο [[θυμός]] IL pourquoi mon cœur m’a-t-il tenu ce langage ? [[τί]] τινι, [[τι]] [[πρός]] τινα discuter une question avec qqn ; δ. τινι μὴ ποιεῖν μάχην THC conférer avec qqn pour empêcher un combat;<br /><b>2</b> <i>p. ext.</i> discourir, raisonner;<br /><b>3</b> s’entretenir avec, causer, <i>p. euphém. p.</i> avoir commerce avec;<br /><b>4</b> parler une langue particulière, un dialecte.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[λέγω]]³. | |||
}} | }} |