λίτρα: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λίτρα''': ἡ, ἀργυροῦν Σικελικὸν [[νόμισμα]], Ἐπίχ. 5 Ahr., Σώφρων 26 Ahr., καὶ ἐν Ἀθήναις ἐν τῇ Νέᾳ Κωμῳδία, Δίφιλ. ἐν «Σικελικῷ» 1, Ποσείδιππ. ἐν «Γαλάτῃ» 2, [[Πολυδ]]. Δ΄, 173. - Ἡ [[λέξις]] [[λίτρα]] φαίνεται [[ἁπλῶς]] Σικελοελληνικὸς [[τύπος]] τοῦ Ρωμαϊκοῦ libra (ἴδε ἐν λέξ. [[ἐλεύθερος]])· [[ἐπειδὴ]] τὸ Ἰταλικὸν νομισματικὸν [[σύστημα]] παρελήφθη ἐκ τῶν ἐν [[Σικελία]] Δωριέων (πρβλ. νοῦμμος)· Ἡ [[λίτρα]] λέγεται παρ’ Ἀριστ. (Ἀποσπ. 436, πρβλ. 467) ὡς δυναμένη Αἰγινήτην ὀβολὸν (τὸ Λατ. libra ἢ as), καὶ ὡς διαιρουμένη ὡς ουτος εἰς 12 οὐγκίας (unciae)· ἕτερα δὲ μέρη αὐτῆς ἦσαν τὸ ἡμίλιτρον (semis), πεντώγκιον (quincunx), τριᾶς (triens), [[τετρᾶς]] (quadrans), [[ἑξᾶς]] (sextans)· ὑπῆρχεν [[ὡσαύτως]] καὶ δεκάλιτρον = decussis ἢ denarius. Ἴδε Bentl. εἰς Φάλαριν σ. 427- 478, Βöckh Metrol. Untersuch. xxi, Mommsen R. H. 1. σ. 210 τῆς Ἀγγλ. μεταφρ. ΙΙ. [[ὡσαύτως]], ὡς τὸ libra, ὡς βάρος, = 12 οὐγκίαις, [[λίτρα]], Ψευδ-Σιμων. ἐν Ἀνθ. Π. 6. 214, Πολύβ. 22. 26, 19· - μεταφορ., λίτρᾰν ἐτῶν ζήσας, δηλ. ζήσας ἔτη 72 ([[ἐπειδὴ]] ἐν μεταγενεστέροις χρόνοις [[λίτρα]] χρυσοῦ ἐκόπτετο εἰς 72 νομίσματα), Ἀνθ. Π. 10. 97. 2) = [[λιτροδόκη]], Φώτ. ΙΙΙ. παρὰ συγγραφεῦσι [[λίαν]] μεταγενεστ. = τῇ Λατ. Libra ἐν τῷ Ζωδιακῷ κύκλῳ. [ῑ, ὡς ἐν τῷ Λατ. libra· [[ἐντεῦθεν]] φέρεται λείτρα ἔν τινι τοῦ Βοσπ. ἐπιγραφ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 2040. 7.]
|lstext='''λίτρα''': ἡ, ἀργυροῦν Σικελικὸν [[νόμισμα]], Ἐπίχ. 5 Ahr., Σώφρων 26 Ahr., καὶ ἐν Ἀθήναις ἐν τῇ Νέᾳ Κωμῳδία, Δίφιλ. ἐν «Σικελικῷ» 1, Ποσείδιππ. ἐν «Γαλάτῃ» 2, [[Πολυδ]]. Δ΄, 173. - Ἡ [[λέξις]] [[λίτρα]] φαίνεται [[ἁπλῶς]] Σικελοελληνικὸς [[τύπος]] τοῦ Ρωμαϊκοῦ libra (ἴδε ἐν λέξ. [[ἐλεύθερος]])· [[ἐπειδὴ]] τὸ Ἰταλικὸν νομισματικὸν [[σύστημα]] παρελήφθη ἐκ τῶν ἐν [[Σικελία]] Δωριέων (πρβλ. νοῦμμος)· Ἡ [[λίτρα]] λέγεται παρ’ Ἀριστ. (Ἀποσπ. 436, πρβλ. 467) ὡς δυναμένη Αἰγινήτην ὀβολὸν (τὸ Λατ. libra ἢ as), καὶ ὡς διαιρουμένη ὡς ουτος εἰς 12 οὐγκίας (unciae)· ἕτερα δὲ μέρη αὐτῆς ἦσαν τὸ ἡμίλιτρον (semis), πεντώγκιον (quincunx), τριᾶς (triens), [[τετρᾶς]] (quadrans), [[ἑξᾶς]] (sextans)· ὑπῆρχεν [[ὡσαύτως]] καὶ δεκάλιτρον = decussis ἢ denarius. Ἴδε Bentl. εἰς Φάλαριν σ. 427- 478, Βöckh Metrol. Untersuch. xxi, Mommsen R. H. 1. σ. 210 τῆς Ἀγγλ. μεταφρ. ΙΙ. [[ὡσαύτως]], ὡς τὸ libra, ὡς βάρος, = 12 οὐγκίαις, [[λίτρα]], Ψευδ-Σιμων. ἐν Ἀνθ. Π. 6. 214, Πολύβ. 22. 26, 19· - μεταφορ., λίτρᾰν ἐτῶν ζήσας, δηλ. ζήσας ἔτη 72 ([[ἐπειδὴ]] ἐν μεταγενεστέροις χρόνοις [[λίτρα]] χρυσοῦ ἐκόπτετο εἰς 72 νομίσματα), Ἀνθ. Π. 10. 97. 2) = [[λιτροδόκη]], Φώτ. ΙΙΙ. παρὰ συγγραφεῦσι [[λίαν]] μεταγενεστ. = τῇ Λατ. Libra ἐν τῷ Ζωδιακῷ κύκλῳ. [ῑ, ὡς ἐν τῷ Λατ. libra· [[ἐντεῦθεν]] φέρεται λείτρα ἔν τινι τοῦ Βοσπ. ἐπιγραφ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 2040. 7.]
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />la livre, <i>poids et monnaie</i> :<br /><b>1</b> livre de 12 onces (<i>à Rome</i>, as libralis);<br /><b>2</b> monnaie d’argent sicilienne de 1,333 obole attique <i>ou</i> éginétique.<br />'''Étymologie:''' DELG terme médit. venant de Sicile, emprunté parallèlement par le <i>lat.</i> libra.
}}
}}