Anonymous

δμητήρ: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_12)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δμητήρ''': ῆρος, ὁ, ὁ [[δαμαστής]], ἵππων Ὕμν. Ὁμ. 21. 5, Ἀλκμὰν παρὰ Σχολ. Πινδ.˙ - θηλ., νὺξ δμήτειρα θεῶν, Ἰλ. Ξ.. 259.
|lstext='''δμητήρ''': ῆρος, ὁ, ὁ [[δαμαστής]], ἵππων Ὕμν. Ὁμ. 21. 5, Ἀλκμὰν παρὰ Σχολ. Πινδ.˙ - θηλ., νὺξ δμήτειρα θεῶν, Ἰλ. Ξ.. 259.
}}
{{bailly
|btext=ῆρος (ὁ) :<br />qui dompte, qui maîtrise.<br />'''Étymologie:''' [[δαμάω]].
}}
}}