Anonymous

χρηστόφιλος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_19)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χρηστόφῐλος''': -ον, ᾧ χρηστοὶ ἄνδρες φίλοι, ὁ ἔχων φίλους χρηστοὺς ἀνθρώπους, Ἀριστ. Ρητ. 1. 5, 16.
|lstext='''χρηστόφῐλος''': -ον, ᾧ χρηστοὶ ἄνδρες φίλοι, ὁ ἔχων φίλους χρηστοὺς ἀνθρώπους, Ἀριστ. Ρητ. 1. 5, 16.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui aime les gens de bien.<br />'''Étymologie:''' [[χρηστός]], [[φίλος]].
}}
}}